Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2008




ΣΚΟΠΟΙ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ για τα
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ του ΑΝΘΡΩΠΟΥ
http://ctzleague.blogspot.com
e-mail: ctzleague@gmail.com

Tηλ: 6976835645

Η «ΕΝΩΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ για τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ του ΑΝΘΡΩΠΟΥ» είναι μία ανεξάρτητη, μη κερδοσκοπική οργανωμένη κίνηση πολιτών. Οι βασικοί στόχοι της είναι η προάσπιση των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ανθρώπου, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, που αποτελούν θεμελιώδεις αρχές του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αυτό το πλαίσιο η ΕΝΩΣΗ ενδιαφέρεται για την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τα ζητήματα που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, καθώς και την προώθηση της ορθότερης και αποτελεσματικότερης ρύθμισης των σχετικών θεμάτων. Οι άξονες δράσεις μας περιλαμβάνουν:
. Την προάσπιση των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ανθρώπου, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, που αποτελούν θεμελιώδεις αρχές του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και σε παγκόσμια κλίμακα, σύμφωνα με την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της 10ης Δεκεμβρίου 1948, και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της EE.
. Την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τα ζητήματα που αφορούν τα δικαιώματα του ανθρώπου και τη δημοκρατία, καθώς και την προώθηση της ορθότερης και αποτελεσματικότερης ρύθμισης των σχετικών θεμάτων.
· Την οργάνωση εθνικών και τοπικών εκστρατειών για την εφαρμογή και την επικράτηση στη Κοινωνία, τη Διοίκηση, το Κράτος και την Πολιτεία των θεσμοθετημένων αρχών του κράτους Δικαίου και Πρόνοιας.
· Την παροχή και πληροφόρηση στους αδικούμενους πολίτες.
· Την υποβολή σε δημόσιες αρχές και διεθνείς οργανισμούς υπομνημάτων, εκθέσεων και προτάσεων που αναφέρονται στη διατύπωση κανόνων σχετικών με τα δικαιώματα του ανθρώπου, στις διαπιστωμένες παραβιάσεις τέτοιων κανόνων ή στην ανάγκη αποτελεσματικότερης προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
· Τη συγκέντρωση και διάδοση πληροφοριακού υλικού και κειμένων σχετικών με τα δικαιώματα του ανθρώπου, την έκδοση δελτίων τύπου, ψηφισμάτων και διαμαρτυριών και την οργάνωση συνεντεύξεων τύπου.


The “CITIZENS LEAGUE for HUMAN RIGHTS” is an independent, non-profit citizens’ movement that is committed to challenging inequality and injustice. The basic aims and objectives of the LEAGUE are the protection of fundamental human rights and freedoms, democracy, and the ideals of a just society, which are the core values of UN and European Union. Within this framework the LEAGUE has a special interest in raising public awareness of human rights and democracy. The Universal Declaration of Human Rights, adopted by the United Nations General Assembly on 10th December 1948, is the LEAGUE’s guide to its mission.


ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΛΙΤΩΝ

Αναφέρουμε τις πρόσφατες ενέργειες και τις πάγιες θέσεις της «Ένωσης Πολιτών» για τη προάσπιση των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ανθρώπου, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου και την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τα δικαιώματα των κρατούμενων στις ελληνικές φυλακές.

Κατ’ ακολουθία της από 14.11.2008 συνάντησης των εκπροσώπων της «Ένωσης Πολιτών» με τον αξιότιμο κ. Υπουργό και τον αξιότιμο κ. Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης, του σχετικού υπομνήματος που επιδώσαμε στον κ. Γενικό Γραμματέα και το δελτίο τύπου που εκδώσαμε την 15.11.2008, υποβάλαμε στο κ. Υπουργό Δικαιοσύνης τεκμηριωμένες προτάσεις για να υλοποιηθούν τα βασικά και στοιχειώδη αιτήματα των κρατούμενων για τα ναρκωτικά και να επιλυθούν τα χρόνια και δίκαια αιτήματά τους, σύμφωνα με τις επιταγές της ΕΕ. Δυστυχώς, όχι μόνο δεν εισακουστήκαμε αλλά προέκυψε και ένα σοβαρότατο νομικό και πολιτικό πρόβλημα για τους εμπλεκόμενους σε υποθέσεις ναρκωτικών, με τη λανθασμένη ενσωμάτωση της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, στο ελληνικό ποινικό δίκαιο, και ψηφίσθηκε από τη Βουλή ο ν. 3727/2008 (ΦΕΚ Α 257/18.12.2008) για την εναρμόνιση του εθνικού δικαίου με την Απόφαση-Πλαίσιο.

Η «'Ένωση Πολιτών» συνεχίζοντας να παρέχει με την ίδια αποφασιστικότητα την αμέριστη συμπαράστασή της για τα την προάσπιση των δικαιωμάτων των κρατούμενων (καταδικασμένων και υπόδικων) και για να συμβάλει στην επίλυση του σοβαρότατου προβλήματος που προέκυψε, διατυπώνει ξανά τις πάγιες θέσεις της ελπίζοντας ότι θα εισακουστούν από τους αρμοδίους, ώστε σύντομα να ανατείλει το φως της Δικαιοσύνης στον σημερινό ερεβώδη χώρο των ελληνικών φυλακών. Οι πάγιες θέσεις της «Ένωσης Πολιτών» είναι οι κάτωθι:

1. ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ-ΠΛΑΙΣΙΟΥ 2004/757/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Άμεση και αυτούσια ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, χωρίς παρερμηνείες και λανθασμένες μεταφράσεις, διότι όπως είναι γνωστό αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού ποινικού δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. Η εφαρμογή της Απόφασης-Πλαισίου από την ελληνική δικαιοσύνη για όλα τα αδικήματα ναρκωτικών ήταν υποχρεωτική από την 25.10.04, την ημερομηνία έναρξης ισχύος της απόφασης σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Ήδη, όλες οι χώρες μέλη της ΕΕ εναρμόνισαν τα εθνικά τους ποινικά δίκαια με την Απόφαση-Πλαίσιο. Ακόμη και τα Σκόπια εναρμονίστηκαν. Συγκεκριμένα αναφέρονται τα εξής:

α. Την 14.11.2008 και κατά τη διάρκεια της απεργίας πείνας των κρατούμενων, σε προγραμματισμένη συνάντηση των νόμιμων εκπροσώπων της «Ένωσης Πολιτών» με τους αξιότιμους κ.κ. Υπουργό και Γενικό Γραμματέα Δικαιοσύνης, αναλύθηκαν, με κάθε δυνατή λεπτομέρεια καθώς και με πλήρη τεκμηρίωση, τα σοβαρότατα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι υπόδικοι και οι καταδικασμένοι, εξ αιτίας των γνωστών απάνθρωπων και απαράδεκτων συνθηκών των ελληνικών φυλακών καθώς και εξ αιτίας της επιβολής εξοντωτικών και ομοίως απάνθρωπων ποινών πολυετών καθείρξεων εις βάρος κυρίως νέων ανθρώπων, που είχαν την ατυχία να εμπλακούν και να εξαρτηθούν από τα ναρκωτικά.

β. Τόσο ο κ. Υπουργός όσο και ο κ. Γενικός Γραμματέας διαβεβαίωσαν την «Ένωση Πολιτών» και δεσμεύθηκαν να προβούν, εντός των προσεχών ημερών στην άμεση επίλυση όλων των προβλημάτων των κρατούμενων, με τη λήψη άμεσων και αποτελεσματικών μέτρων, αφού πλέον είχε γίνει κατανοητό, ότι η επικρατούσα σημερινή κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Έτσι, με βάση τις διαβεβαιώσεις, μεταξύ των άλλων, επρόκειτο αμέσως να γίνει η αυτούσια ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, ώστε να πάψει η επιβολή εξοντωτικών ποινών πολυετών καθείρξεων καθώς και αυτής της έσχατης των ποινών, δηλαδή της ισόβιας κάθειρξης, εις βάρος των εμπλακέντων με τα ναρκωτικά και, κυρίως, εις βάρος των νέων ανθρώπων, που, ως γνωστό, κρίνονται και χαρακτηρίζονται ως δήθεν έμποροι ναρκωτικών, ενώ είναι άρρωστοι χρήστες και θύματα, με αποτέλεσμα να έχουν καταδικαστεί ως «έμποροι ναρκωτικών» έξι χιλιάδες πεντακόσιοι (6.500) πολίτες, ενώ, επί παραδείγματι, στην Ιταλία των πενήντα επτά εκατομμυρίων πληθυσμού, έχουν καταδικαστεί ως έμποροι μόλις εκατόν είκοσι (120) δράστες.

γ. Δυστυχώς, παρά τις διαβεβαιώσεις και ομολογουμένως τις ειλικρινείς προθέσεις του κ. Υπουργού και του κ. Γενικού Γραμματέα, τόσο προς την «Ένωση Πολιτών» όσο και προς τους άτυχους κρατούμενους, το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Κύρωση και εφαρμογή της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των παιδιών κατά της γενετήσιας εκμετάλλευσης και κακοποίησης, μέτρα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και την αποσυμφόρηση των καταστημάτων κράτησης και άλλες διατάξεις», που προετοιμάσθηκε από τους αρμόδιους του Υπουργείου και ψηφίσθηκε από τη Βουλή, (ν. 3727/2008) δεν ανταποκρίθηκε στις διατάξεις της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, δηλαδή στη μείωση των ποινών για τα ναρκωτικά, δεν ενσωμάτωσε την Απόφαση-Πλαίσιο αυτούσια, όπως ρητώς είχαν δεσμευτεί να πράξουν οι κ.κ. Υπουργός και Γενικός Γραμματέας και δεν εναρμόνισε το εθνικό ποινικό δίκαιο σύμφωνα με τις διατάξεις της, κατά παράβαση και της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος και των αποφάσεων (ενδεικτικώς) Α.Π. 1603/91 και Α.Π. 1008/93.

δ. Ο κ. Υπουργός Δικαιοσύνης, με την λανθασμένη εναρμόνιση του εθνικού ποινικού δικαίου με την Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ, αφενός μεν εμφανίστηκε ανακόλουθος των υποσχεθέντων, δηλαδή σχετικά με την αυτούσια ενσωμάτωση της Απόφασης-Πλαισίου στο ποινικό δίκαιο, και αφετέρου δε, έθεσε τις προϋποθέσεις για μία αδιέξοδη και αλλοπρόσαλλη κατάσταση κατά την εφαρμογή του ν. 3727/2008 για υποθέσεις ναρκωτικών που πιθανόν να οδηγήσει τους εμπλεκόμενους σε νέους δικαστικούς αγώνες.

Ο σκοπός της εν προκειμένω ειδικής νομοθέτησης δεν είναι η εξόντωση του δράστη, αλλά ο σωφρονισμός και η αποτροπή. Επί παραδείγματι, το άρθρο 23Α του νέου νόμου προβλέπει πολύ αυστηρότερη ποινική μεταχείριση (ισόβια κάθειρξη), από τη μέγιστη ποινή των 10 ετών που καθορίζει η Απόφαση - Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ.

Συγκεκριμένα ενώ η αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου αναφέρει σαφώς ότι περιλαμβάνεται η εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, που προβλέπει ελάχιστες και μέγιστες ποινές για τους εμπλεκόμενους σε υποθέσεις ναρκωτικών, με μέγιστη ποινή τα 10 έτη, τα κύρια άρθρα του νέου νόμου καθορίζουν τα 10 έτη ως την ελάχιστη ποινή και μέγιστη την ισόβια κάθειρξη. Δηλαδή, ο συγκεκριμένος νόμος διακρίνεται από επιπολαιότητα και παραλογισμό, αφού διατηρείται η αδιανόητη για κράτος δικαίου ποινή της ισόβιας κάθειρξης, ενώ αυτή δεν προβλέπεται καθόλου από την Απόφαση-Πλαίσιο αλλά ούτε εφαρμόζεται σήμερα από καμία χώρα μέλος της ΕΕ.
Δηλαδή, οι αρμόδιοι του Υπουργείου Δικαιοσύνης, οι οποίοι, ίσως λόγω έπαρσης και αλαζονείας, δεν αντιλήφθηκαν το νέο πλαίσιο των ποινών για τα ναρκωτικά, που καθορίζει η συγκεκριμένη απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, και που κυμαίνονται μεταξύ ενός ελάχιστου (κατώτατου) και μέγιστου (ανώτατου) ορίου ποινών, και αντί να ενσωματώσουν στο εθνικό ποινικό δίκαιο αυτούσια την Απόφαση-Πλαίσιο όπως απαίτησε ο κ. Υπουργός Δικαιοσύνης και επιβεβαίωσε τους εκπροσώπους της «Ένωσης Πολιτών», έγιναν νομοθέτες και τροποποίησαν αυθαίρετα τον Π.Κ., όπως αυτοί έκριναν σκόπιμα, εκθέτοντας τον κ. Υπουργό και τον κ. Γενικό Γραμματέα, την Βουλή των Ελλήνων, τη κυβέρνηση και την χώρα μας διεθνώς.
Η «Ένωση Πολιτών» με υπόμνημά της ενημέρωσε, ως όφειλε, τον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης, τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, και την «Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος» και ήδη προσέφυγε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και επιφυλάσσεται να προσφύγει στην ελληνική δικαιοσύνη κατά των αρμοδίων για παραπλάνηση της κοινωνίας.

ε. Όπως είναι γνωστό στο πλαίσιο μιας νέας στρατηγικής για την ολοκλήρωση και εναρμόνιση της νομοθεσίας των κρατών μελών της ΕΕ για μια ενιαία ευρωπαϊκή προσέγγιση καταπολέμησης των ναρκωτικών σε ολόκληρη την ΕΕ, σύμφωνα με το γενικό πρόγραμμα «Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη» το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρώπης με τις αποφάσεις τους 2004/757/ΔΕΥ και 1150/2007/ΕΚ υιοθέτησαν μια νέα ποινική και αντεγκληματική πολιτική. Η ΕΕ, με τη στρατηγική της για τον περιορισμό της διακίνησης ναρκωτικών, κάλεσε τα κράτη μέλη της να εναρμονίσουν το ποινικό τους δίκαιο για τα ναρκωτικά με ποινές που κυμαίνονται μεταξύ ενός κατώτατου και ανώτατου ορίου ποινών, σύμφωνα με την Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ ΔΕΥ, ακολουθώντας τα σύγχρονα προγράμματα ποινικής και αντεγκληματικής πολιτικής των Δυτικών χωρών, της τελευταίας δεκαετίας, και να καθορίσουν την πρόληψη και τη μείωση της χρήσης ναρκωτικών ως τη βασική αρχή στην ποινική και την αντεγκληματική τους πολιτική και όχι την αυστηροποίηση και τη μηδενική ανοχή των ποινών στο κατασταλτικό σύστημα τους. Σημειώνεται ότι οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης δεσμεύουν άμεσα τα κράτη μέλη και παράγουν έννομα αποτελέσματα για τους πολίτες της ΕΕ.

στ. Η υποχρεωτική εφαρμογή της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης από την ελληνική δικαιοσύνη για όλα τα αδικήματα ναρκωτικών αφορά όλους τους πολίτες και προκύπτει από τα κατωτέρω:

· Από το άρθρο 10 της «Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας» απορρέει η υποχρέωση των κρατών μελών για την άμεση εφαρμογή της συγκεκριμένης απόφασης στο εθνικό δίκαιο.
· Από το άρθρο 28 § 1 του Συντάγματος, προκύπτει ότι η συγκεκριμένη απόφαση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη εθνική διάταξη νόμου. Σημειώνεται ότι το άρθρο 28 του Συντάγματος αποτελεί θεμέλιο για τη συμμετοχή της χώρας μας στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης.
· Οι διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) μετά την κύρωση από τη χώρα μας, αποτελούν εσωτερικό δίκαιο.
· Οι διεθνείς συμβάσεις υπερισχύουν, όταν έχουν διαφορετικές ρυθμίσεις, έναντι των νόμων του εσωτερικού δικαίου [ΑΠ 1603/91, ΑΠ 1008/93, ΕλΔ 34/332. Ολ. ΣτΕ 1930/89, ΕλΔ 40/892].
· Κατά πάγια νομολογία των δικαστηρίων της ΕΕ, ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί διατάξεις, πρακτικές, ή καταστάσεις της εσωτερικής έννομης τάξης προκειμένου να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων και των προθεσμιών που προβλέπει μια Απόφαση (απόφαση ΔΕΚ C-323/97).

ζ. Με βάση αυθεντικές και υπεύθυνες επί τούτω διαγνώσεις γνωστών διεθνολόγων οι οποίοι προέβησαν σε μετάφραση της Απόφασης-Πλαισίου από την αγγλική, τη γαλλική, τη γερμανική και τη σουηδική γλώσσα στην ελληνική, αλλά και της επίσημης μετάφρασης, από την αγγλική στην ελληνική γλώσσα, του μεταφραστικού τμήματος του Υπουργείου Εξωτερικών, σαφώς προκύπτει, ότι, δυνάμει αυτής της Απόφασης-Πλαισίου, προβλέπεται κατώτατο και ανώτατο όριο ποινής και αποκλείεται απολύτως η επιβολή ισόβιας κάθειρξης, εφ’ όσον σκοπός του νομοθετήματος δεν είναι η εξόντωση, αλλά ο σωφρονισμός και, πέραν τούτου, η πρόληψη και η καταπολέμηση ειδικώς των οργανωμένων εμπόρων και όχι των άρρωστων-εξαρτημένων από τα ναρκωτικά.

η. Παρατηρήσεις επί των διατάξεων της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ

· Οι κυρώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους του άρθρου 4 συνδέονται αποκλειστικά με τη διακίνηση ναρκωτικών, όπως σαφώς αναφέρεται στο άρθρο 2. Οι τοξικομανείς και οι χρήστες έχουν άλλη αντιμετώπιση και δεν επιβάλλονται ποινές, σύμφωνα με το στοιχείο (4) του προοιμίου της Απόφασης. Δηλαδή, η κοινωνία τους αναγνωρίζει ως ασθενείς και στους στέλνει στο νοσοκομείο για θεραπεία, σε αντίθεση με το ισχύον στην Ελλάδα καθεστώς, που οι ασθενείς, οι οποίοι εμπλέκονται στο κύκλωμα της διακίνησης ναρκωτικών, εξ αιτίας της τοξικομανίας τους, αντιμετωπίζονται, κατά κανόνα, ως έμποροι και εξοντώνονται εγκλειόμενοι στη φυλακή, όπου, πολλοί από αυτούς (κυρίως νέοι άνθρωποι, ηλικίας από 19 έως 25 ετών) βρίσκουν τον θάνατο και οι υπόλοιποι εξοντώνονται και ιδρυματοποιούνται και, σε κάθε περίπτωση, ούτε σωφρονίζονται και, βεβαίως, δεν θεραπεύονται, αλλά υποτροπιάζουν.

· Η παράγραφος 1 του άρθρου 4, δεν επιβάλει κανένα συσχετισμό της διάρκειας της ποινής με την ποσότητα ναρκωτικών, που έχει διακινηθεί, συνεπώς η ποινή, μεταξύ ενός και τριών ετών, κρίνεται από τον τρόπο, τον σκοπό και τη συμβολή του κατηγορούμενου στη συγκεκριμένη παραβατική συμπεριφορά, εάν είναι υπότροπος κ.λπ. Δηλαδή η ποσότητα της ναρκωτικής ουσίας δεν αποτελεί το κριτήριο για την επιβολή της ποινής.

· Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 αναφέρεται σε μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών, χωρίς να προσδιορίζεται συγκεκριμένη ποσότητα ναρκωτικών. Δεν καθορίζεται ανώτατη ποσότητα, που μπορεί να ανέρχεται σε εκατοντάδες κιλά. Σύμφωνα με το στοιχείο (3) του προοιμίου της Απόφασης, ο στόχος της ΕΕ είναι να εφαρμοστεί μια κοινή προσέγγιση σε επίπεδο Ένωσης. Συνεπώς θα πρέπει να αναφερθούμε σε αποφάσεις δικαστηρίων άλλων χωρών μελών της ΕΕ. Πρόσφατα, Γερμανικό και σε άλλη περίπτωση Ισπανικό δικαστήριο, επέβαλε ποινή δέκα ετών, για ποσότητα εκατοντάδων κιλών κοκαΐνης.

· Στην Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ δεν αναφέρεται πουθενά η ποινή της ισόβιας κάθειρξης για τα ναρκωτικά. Διευκρινίζεται ότι η έσχατη αυτή ποινή έχει καταργηθεί ήδη σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες μέλη της ΕΕ. Είναι δε γνωστό, ότι στην Ελλάδα η ποινή της ισόβιας κάθειρξης αποτελεί τον κανόνα και επιβάλλεται ακόμη και σε μη υπότροπους και σε δράστες νεαρής ηλικίας, με αποτέλεσμα τη δημιουργία άτοπων, ανεπιεικών και απάνθρωπων αποτελεσμάτων εις βάρος των καταδικασμένων και, κυρίως, εις βάρος των ασθενών - τοξικομανών.


2. ΕΚΤΙΣΗ ΤΩΝ 3/5 ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΦ΄ ΟΡΩΝ ΑΠΟΛΥΣΗ

Να ισχύσει και για τους καταδικασθέντες για ναρκωτικά η έκτιση των 3/5 της ποινής για την υφ’ όρων απόλυσή τους. Δεν είναι δίκαιο να γίνεται διάκριση και να απολύονται μετά την έκτιση των 4/5 της ποινής όσοι έχουν καταδικασθεί για εμπορία ναρκωτικών με τις «επιβαρυντικές περιστάσεις» του τέως άρθρου 8 του ειδικού ποινικού νόμου 1729/1987 (και νυν του αντίστοιχου άρθρου του κ.ν.ν. 3459/2006), δηλαδή κατ’ επάγγελμα, ιδιαίτερα επικίνδυνοι κ.λπ., διότι δεν θα υπάρξει ευεργετικό αποτέλεσμα για κανένα κρατούμενο για τα ναρκωτικά, αφού το 99% των κατηγορουμένων (καταδικασθέντων και υπόδικων) έχει υπαχθεί και ανήκει σε αυτή την κατηγορία και, όπως προκύπτει από τις στατιστικές, στην κατηγορία αυτή υπάγονται κυρίως νεαροί τοξικομανείς, που χαρακτηρίστηκαν, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία και τον τρόπο της εφαρμογής της από τα δικαστήρια, ως έμποροι και όχι ως ασθενείς δεόμενοι ιατρικής φροντίδας και θεραπείας.

3. ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΥ ΔΡΑΣΤΗ

Η διάταξη του άρθρου 8 του ν. 1729/1987 (ήδη του κ.ν.ν. 3459/2006), σύμφωνα με την οποία, κατά την κρίση των δικαστών, ο δράστης κρίνεται «ιδιαίτερα επικίνδυνος» να καταργηθεί εντελώς, όπως ορθώς είχε καταργηθεί στο παρελθόν με το άρθρο 4 § 2 του ν. 2408/1996, και με το άρθρο 2 § 15 εδάφιο β’ του ν. 2479/1997 ο νομοθέτης την επανέφερε αδικαιολόγητα σε ισχύ. Δηλαδή, από την 31.05.1996 έως την 06.05.1997 η σχετική διάταξη είχε καταργηθεί. Επομένως, για όσες πράξεις τελέστηκαν πριν από την 31.05.1996, κατ’ εφαρμογή του επιεικέστερου νόμου (άρθρο 2 του Π.Κ.), δεν μπορεί να εφαρμοσθεί η σχετική διακεκριμένη περίπτωση. Ομοίως δεν ισχύει και για το ανωτέρω μεσοδιάστημα. Σημειωτέον, ότι, κατά κανόνα, οι εξαρτημένοι τοξικομανείς, ασχέτως εάν δεν είναι υπότροποι και ασχέτως αν βρίσκονται σε νεαρή ηλικία, κρίνονται ως «ιδιαιτέρως επικίνδυνοι», με αποτέλεσμα να καταδικάζονται στις προβλεπόμενες από τον νόμο εξοντωτικές ποινές και αντί θεραπείας να οδηγούνται στον αφανισμό.
Συνεπώς, κρίνεται δίκαιο να καταργηθεί αυτή η διάταξη για την αποσυμφόρηση των φυλακών, αφού από την ισχύ της και σε διάστημα έντεκα ετών διπλασιάστηκε ο αριθμός των κρατούμενων, μόνο με τη λανθασμένη (και πρακτικώς αυθαίρετη) πιθανολόγηση των δικαστών, ότι στο μέλλον οι δράστες θα διέπρατταν νέα εγκλήματα. Επίσης, να σημειωθεί, ότι στην Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ δεν υπάρχει διάταξη για «ιδιαίτερα επικίνδυνο δράστη». Σημειώνεται, ότι οι χώρες μέλη της ΕΕ έχουν κάνει σημαία τους την Απόφαση-Πλαίσιο για την καταστολή του εγκλήματος. Σκοπός δεν πρέπει να είναι η εξόντωση των ασθενών-τοξικομανών.

4. ΧΑΡΗ ΚΑΙ ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΠΟΙΝΩΝ

Να δοθεί χάρη και να μειωθεί η ποινή όλων των κρατούμενων και για οιονδήποτε αδίκημα, συμπεριλαμβανομένου και των ισοβιτών, για να αποσυμφορηθούν οι φυλακές. Θεωρούμε ότι αυτή η χάρη είναι δίκαιη και απαιτείται στο πλαίσιο της εφαρμογής της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ ΔΕΥ για τους εξής σημαντικούς λόγους:

α. Εκατοντάδες κρατούμενοι αντιμετώπισαν και πλήρωσαν με εξοντωτικές ποινές τις παρενέργειες του λεγόμενου «παραδικαστικού» και το γεγονός αυτό δεν αμφισβητείται. Οι παρενέργειες της κάθαρσης της δικαιοσύνης από τους επίορκους δικαστικούς λειτουργούς είναι ορατές και τα σημάδια του φόβου που διακατέχει τους δικαστικούς λειτουργούς αποτυπώθηκαν στις υπέρμετρα αυστηρές, άδικες και εξοντωτικές ποινές. Οι κρατούμενοι πολίτες, δυστυχώς, «πλήρωσαν» και εξακολουθούν να πληρώνουν την εξυγίανση του παραδικαστικού, αφού οι δικαστικοί λειτουργοί εξάντλησαν την αυστηρότητά τους εις βάρος τους για να φανούν έντιμοι, παραβιάζοντας τον όρκο τους για αμερόληπτη και ανεπηρέαστη δικαιοσύνη, και ήταν υπέρμετρα αυστηροί χωρίς να κινδυνεύουν να κατηγορηθούν για κακοδικία, αφού η αυστηρότητα και η επιβολή ποινών σε δίκαιους και άδικους (Έλληνες και αλλοδαπούς) δεν θεωρείται αιτία κακοδικίας, ελέγχονται δε μόνο οι απαλλακτικές ποινικές αποφάσεις και όχι οι υπέρμετρα αυστηρές, οι εξοντωτικές και οι απάνθρωπες.

β. Η Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ ισχύει από την 25.10.2004, συνεπώς κατ’ εφαρμογή του επιεικέστερου νόμου (άρθρο 2 του Π.Κ.), θα έπρεπε να είχαν μετριαστεί όλες οι ποινές σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της Απόφασης. Επίσης, όσοι καταδικάστηκαν μετά την 25.10.2004, χωρίς να λάβουν υπόψη τους τα δικαστήρια τις διατάξεις της Απόφασης-Πλαισίου, που υπερίσχυε του εθνικού νόμου, σύμφωνα με την παρ. 1, του άρθρου 28 του Συντάγματος και των αποφάσεων ΑΠ 1603/1991 (Γ΄ Πολιτικού Τμήματος) και ΑΠ 1008/1993 (Α΄ Πολιτικού Τμήματος), καταδικάστηκαν άδικα, διότι δεν εφαρμόστηκε ο επιεικέστερος νόμος. Σημειώνεται, ότι οι Έλληνες δικαστές όφειλαν να γνωρίζουν την Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ, διότι είναι γνωστό ότι έχουν διπλό ρόλο, δηλαδή εθνικού και κοινοτικού δικαστή. Επίσης, εφόσον ο νόμος δεν αναγνωρίζει άγνοια νόμου στον πολίτη, πολύ περισσότερο δεν την αναγνωρίζει στον δικαστή.

γ. Λόγω του υπερπληθυσμού και των απάνθρωπων συνθηκών διαβίωσης των κρατούμενων στις ελληνικές φυλακές. Συγκεκριμένα, σε ένα τυπικό κελί ενός ή, το πολύ, δύο κρατούμενων, επί παραδείγματι των φυλακών της Αλικαρνασσού (η φυλακή κατασκευάσθηκε με τις τεχνικές προδιαγραφές των φυλακών Κορυδαλλού), διαμένουν τέσσερις, ή πέντε κρατούμενοι. Το τυπικό κελί έχει 3,73μ μήκος και 2,20μ πλάτος, με μία 0,90χ0,90μ τουαλέτα και 8,20μ² συνολικό εμβαδόν κελιού, συμπεριλαμβανομένης της τουαλέτας. Όταν διαμένουν πέντε άτομα, ο πέμπτος κοιμάται στο πάτωμα, δίπλα στην τουαλέτα. Δηλαδή, για τέσσερα άτομα, σε κάθε άτομο αντιστοιχούν 2,0μ², ενώ το άρθρο 21 του σωφρονιστικού κώδικα προβλέπει 10,00μ² ανά άτομο, πλέον της τουαλέτας, πρέπει δε να διαθέτει κρεβάτι, τραπέζι, κάθισμα και ντουλάπα. Προφανώς αυτά τα κελιά είναι, κυριολεκτικώς, στάβλοι συνάθροισης ζώων και όχι κελιά ευρωπαϊκής φυλακής για ανθρώπους.

δ. Σημειώνεται ότι ακόμη και η Ρουμανία, νέα χώρα - μέλος της ΕΕ, παραχώρησε χάρη πέντε ετών σε όλους του κρατούμενους με την εφαρμογή της Απόφασης-Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ.

στ. Εκατοντάδες νέοι άνθρωποι, κυρίως εξαρτημένοι και χρήστες ναρκωτικών, έχουν χαρακτηριστεί άδικα ως έμποροι και αργοπεθαίνουν στις φυλακές, ενώ αντιθέτως πολλοί επώνυμοι χρήστες ναρκωτικών έτυχαν της εύνοιας των δικαστών, οι δε γονείς των καταδικασμένων νέων ανθρώπων υφίστανται, κυριολεκτικώς, πέραν των άλλων συνεπειών της καταδίκης των παιδιών τους, σε ψυχικό και κοινωνικό επίπεδο, και αδιανόητη οικονομική επιβάρυνση, εφ’ όσον καταδαπανώνται εκποιώντας πολλές φορές ολόκληρη την περιουσία τους και δανειζόμενοι, δεν είναι δε λίγοι εκείνοι, οι οποίοι γίνονται θύματα των λειτουργούντων κυκλωμάτων, με περαιτέρω δυσμενέστατο αποτέλεσμα να δημιουργείται πρόσθετο κοινωνικό πρόβλημα και πρόβλημα λειτουργίας της Δημοκρατίας, κατά την δήλωση και αυτού του Προέδρου της ελληνικής Δημοκρατίας.

5. ΑΡΘΡΟ 497 § 7 ΚΠΔ

Το μέτρο της αναστολής εκτέλεσης της ποινής (άρθρο 497 § 7 ΚΠΔ) να εφαρμόζεται για τον σκοπό που νομοθετήθηκε, δηλαδή ως μέτρο επιείκειας (με σεβασμό, κυρίως, του θεσμοθετημένου «τεκμηρίου αθωότητας»), σε ποσοστό τουλάχιστον 60%, ώστε να αποσυμφορηθούν οι φυλακές από την πληθώρα των κρατούμενων, είναι δε γνωστό, ότι η διάταξη αυτή, τουλάχιστον στα δικαστήρια της Αθήνας και του Πειραιά, έχει περιέλθει, κατ’ ουσία σε αχρηστία, αφού επί παραδείγματι, επί συνόλου πενήντα υποθέσεων, γίνεται δεκτή μία ή, στην καλύτερη περίπτωση, δύο περιπτώσεις και αναστέλλεται η ποινή, ενώ σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, οι αντίστοιχες αιτήσεις απορρίπτονται χωρίς αιτιολογία και κατά παράβαση του νόμου (άρθρου 139 ΚΠΔ και 93§3, εδ. α΄ του Συντάγματος).

6. ΒΟΥΛΕΥΜΑ 25/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΦΕΤΩΝ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

Το Συμβούλιο Εφετών Κέρκυρας με το υπ΄ αριθ. 25/2008 και με ημερομηνία 05.03.08 βούλευμα, αποφυλάκισε μη τοξικομανή δράστη, χωρίς καμία χρηματική εγγύηση, ενώ είχε προφυλακιστεί με βαριές κατηγορίες για κατοχή, μεταφορά και απόπειρα εισαγωγής ναρκωτικής ουσίας (ηρωίνης) στο σωφρονιστικό κατάστημα των φυλακών Κέρκυρας, με την αιτιολογία ότι η πράξη του δράστη, λόγω του πρότερου έντιμου βίου, δεν καταδείκνυε οργανωμένη εγκληματική υποδομή και επικινδυνότητα, αλλά περιστασιακή παραβατική συμπεριφορά !!!!

Επισημαίνεται ότι εκατοντάδες πολίτες, με μικρότερα αδικήματα από τον συγκεκριμένο δράστη, με αβεβαίωτες συναλλαγές και με αόριστες κατηγορίες χωρίς ενοχοποιητικά στοιχεία και πολλές φορές θύματα εγκληματικών οργανώσεων, κυρίως νέοι άνθρωποι, που είχαν την ατυχία να εμπλακούν και να εξαρτηθούν από τα ναρκωτικά, έχουν καταδικασθεί με εξοντωτικές ποινές, από 10 χρόνια έως ισόβια κάθειρξη, χωρίς ποτέ να κρίνουν οι δικαστές ότι οι πράξεις των κατηγορούμενων καταδείκνυαν περιστασιακή παραβατική συμπεριφορά. Αυτό το βούλευμα του Συμβούλιο Εφετών Κέρκυρας, στο πλαίσιο των διατάξεων του επιεικέστερου ευρωπαϊκού δικαίου για τα ναρκωτικά (Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ), αποτελεί πλέον νομολογία της ελληνικής δικαιοσύνης και είναι δικαίωμα κάθε κατηγορούμενου πολίτη να την επικαλεσθεί στα δικαστήρια ως νομολογία. Αυτό έκαναν πολλοί κατηγορούμενοι, όταν δικάστηκαν, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, διότι δυστυχώς «η δικαιοσύνη εφαρμόζει δύο δίκαια, ένα επιεικές για τους επώνυμους και ένα εξοντωτικό για τους ανώνυμους πολίτες».

Μετά τα πρόσφατα δημοσιεύματα στον τύπο σχετικά με το υπ΄ αριθ. 25/2008 βούλευμα, η «Ένωση Πολιτών» ερεύνησε το θέμα και, θεώρησε υποχρέωση και καθήκον της, για να υπάρχει δημοκρατία και περιφρούρηση των καλώς εννοούμενων δικαιωμάτων των πολιτών, να υψώσει τη φωνή της και να κάνει γνωστό στον κ. Υπουργό Δικαιοσύνης και στο πρόεδρο του Αρείου Πάγου την άρνηση των δικαστικών λειτουργών να εφαρμόσουν το Σύνταγμα και τους νόμους για όλους τους κατηγορούμενους ακόμη και για τους επώνυμους, όπως άλλωστε έχουν υποχρέωση. Σύμφωνα με την απόφαση 31/2007 της ολομέλειας Α.Π., στην οποία προήδρευσε ο νυν πρόεδρος του Αρείου Πάγου και στην οποία αποτυπώνεται η μεγάλη σοφία που διακρίνει τις αποφάσεις του Αρείου Πάγου, τονίζεται ότι από τη διάταξη του άρθρου 4 §1 του Συντάγματος, κατά την οποία όλοι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου, συνάγεται ότι το Σύνταγμα θεσπίζει όχι μόνο την ισότητα των Ελλήνων έναντι του νόμου αλλά και την ισότητα του νόμου έναντι των Ελλήνων πολιτών, χωρίς εξαιρέσεις και χωρίς διακρίσεις. Δηλαδή, το Σύνταγμα δεν εξαιρεί τους επώνυμους. Καλείται το Υπουργείο Δικαιοσύνης να απαντήσει στον ελληνικό λαό και σε όλους τους κρατούμενους για υποθέσεις ναρκωτικών για το ποιος ευνοήθηκε από το υπ΄ αριθ. 25/2008 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Κέρκυρας και γιατί αυτή η νομολογία εφαρμόστηκε μία φορά και όχι για όλους τους κρατούμενους.

7. Η ΝΟΜΙΚΗ ΑΡΧΗ «NE BIS IN IDEM»

Η «Ένωση Πολιτών» φέρνει στην επιφάνεια τη μεγάλη αδικία που γίνεται από τις ελληνικές αρχές σε βάρος ελλήνων πολιτών και αφορά την επανάληψη της ποινικής διαδικασίας για τα ίδια πραγματικά περιστατικά / αδικήματα, για τα οποία έχουν ήδη εκδοθεί αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις από χώρες μέλη της ΕΕ.
Η νομική αρχή «ne bis in idem», η οποία βεβαιώνει ότι ουδείς προσάγεται ενώπιον της δικαιοσύνης και δικάζεται δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη, ενώ αναγνωρίζεται στο εθνικό ποινικό δίκαιο, δεν εφαρμόζεται από τα ελληνικά δικαστήρια όταν αφορά υποθέσεις σε επίπεδο ΕΕ.
Αποτέλεσμα αυτής της ανισορροπίας είναι να υπάρχουν σήμερα εκατοντάδες Έλληνες πολίτες και ιδιαίτερα ναυτικοί, οι οποίοι ενώ καταδικάστηκαν από δικαστήριο κράτους μέλους της ΕΕ για αδικήματα του ποινικού δικαίου και ενώ έχουν εκτίσει, ή εκτίουν, ή δεν μπορεί η ποινή τους να εκτιθεί, σύμφωνα με τους νόμους του συμβαλλόμενου κράτους που επέβαλε την καταδίκη, η Ελλάδα προχωρεί στην άσκηση νέας ποινικής δίωξης με αποτέλεσμα με την επιστροφή τους στη χώρα μας να επαναλαμβάνεται η ποινική διαδικασία από τα ελληνικά δικαστήρια, επιβάλλοντας στα ίδια πρόσωπα εξοντωτικές ποινές και μάλιστα την ποινή της ισόβιας κάθειρξης. Αποτέλεσμα αυτής της αδικίας είναι ότι όσοι δεν γνωρίζουν αυτή την ανισορροπία να καταλήγουν για δεύτερη φορά στη φυλακή για το ίδιο αδίκημα, με εξοντωτική ποινή, ενώ όσοι τη γνωρίζουν δεν επαναπατρίζονται και δεν ξαναβλέπουν ποτέ την οικογένειά τους.

Επισημαίνεται ότι στο πλαίσιο της δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ, σε ποινικές υποθέσεις και γενικότερα στο πεδίο του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης της ΕΕ προέχει η εξασφάλιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών και η αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ. Η νομική αρχή «ne bis in idem», γνωστή από το ρωμαϊκό δίκαιο, αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ οδηγώντας στις αναλλοίωτες ελευθερίες μιας δημοκρατικής κοινωνίας ενός κράτους δικαίου.
Στο επίπεδο της ΕΕ η αρχή ρυθμίζεται από τη Σύμβαση για την Εφαρμογή της Συμφωνίας του Σένγκεν, τη Συνθήκη του Amsterdam, της Απόφασης-Πλαισίου 2002/584/ΔΕΥ, που αφορά το Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, της Απόφασης-Πλαισίου 2003/577/ΔΕΥ, σχετικά με την εκτέλεση των αποφάσεων δέσμευσης περιουσιακών ή αποδεικτικών στοιχείων στην ΕΕ, καταλήγοντας στη Συνθήκη της Λισσαβόνας (ν. 3671/2008). Η Σύμβαση Σένγκεν δέσμευσε τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν την εν λόγω αρχή όχι μόνον «κατακορύφως», ήτοι στο επίπεδο του κράτους μέλους, αλλά επίσης «οριζοντίως», ή στο διακρατικό επίπεδο, απαγορεύοντας να δικάζεται και να κατηγορείται ενώπιον της δικαιοσύνης ένας πολίτης που έχει διαπράξει ποινικό αδίκημα με στοιχείο εξωτερικού πλείονες φορές από διαφορετικά δικαστήρια των κρατών μελών. Σημειώνεται ότι με πρωτοβουλία της ελληνικής Δημοκρατίας εκδόθηκε το σχέδιο Απόφασης-Πλαισίου του Συμβουλίου της Ευρώπης σχετικά με την Εφαρμογή της αρχής «ne bis in idem» (7246/2003 - C5 -0165/ 2003-2003/0811 (CNS)).

Η νομική αρχή «ne bis in idem» κατοχυρώνεται ως ατομικό δικαίωμα στα διεθνή νομικά μέσα των ανθρώπινων δικαιωμάτων, όπως στο Διεθνές Σύμφωνo για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (άρθρο 14, παράγραφος 7) της 19.12.1966, στο έβδομο πρωτόκολλο (άρθρο 4) της Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (άρθρο 50), αναγνωρίζεται δε από όλα τα νομικά συστήματα που διαπνέονται από την ιδέα σεβασμού και προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και αποτελεί ουσιαστική θωράκιση έναντι της καταχρηστικής άσκησης των κρατικών εξουσιών επί των πολιτών. Το άρθρο 14, παράγραφο 7 του Διεθνούς Συμφώνου κυρώθηκε με το ν. 2462/1997 και ισχύει από 05.08.97 και ορίζει ότι κανείς δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται για ένα αδίκημα για το οποίο έχει ήδη απαλλαγεί ή καταδικαστεί με οριστική απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το δίκαιο και την ποινική δικονομία κάθε χώρας. Από την διάταξη αυτή η οποία κατά το άρθρο 28, παρ.1 του Συντάγματος αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού εσωτερικού δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου, προκύπτει ότι από την ισχύ του ως άνω Διεθνούς Συμφώνου κάθε απόφαση αλλοδαπού δικαστηρίου, με την οποία ο δράστης, ημεδαπός ή αλλοδαπός, καταδικάστηκε ή αθωώθηκε αμετάκλητα, αποτελεί δεδικασμένο στην Ελλάδα, που εμποδίζει νέα δίωξη του δράστη για την ίδια αξιόποινη πράξη. Αν δε παρά ταύτα ασκηθεί νέα ποινική δίωξη αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη, λόγω δεδικασμένου, σύμφωνα με το άρθρο 370, περ. γ ΚΠΔ. Η πιο πάνω διάταξη του άρθρου 14, παρ.7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα δικαιώματα του ανθρώπου είναι ευμενέστερη των ρυθμίσεων που προβλέπονται από τα άρθρα 3, 54 και 55 του ν. 2414/1997, που κύρωσε τη συμφωνία Σένγκεν (Απόφαση 86/2001 Α.Π.).

Δ Ε Λ Τ Ι Ο ΤΥΠΟΥ 15 Νοεμβρίου 2008

Κατά την 14.11.2008, οι νόμιμοι εκπρόσωποι της “Ένωσης Πολιτών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου ”, αποδεχόμενοι αντίστοιχη πρόσκληση, έγιναν δεκτοί από τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης κ. Κωνσταντίνο Γκλέτσο καθώς και από τον Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Σωτήρη Χατζηγάκη, στους οποίους τέθηκαν αναλυτικά και με κάθε δυνατή λεπτομέρεια καθώς και με πλήρη τεκμηρίωση τα σοβαρότατα προβλήματα, που αντιμετωπίζουν οι υπόδικοι και οι καταδικασμένοι, εξ αιτίας των γνωστών απάνθρωπων και απαράδεκτων συνθηκών των ελληνικών φυλακών καθώς και εξ αιτίας της επιβολής εξοντωτικών και ομοίως απάνθρωπων ποινών πολυετών καθείρξεων εις βάρος κυρίως νέων ανθρώπων, που είχαν την ατυχία να εμπλακούν και να εξαρτηθούν από τα ναρκωτικά.
Τόσο ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου όσο και ο ίδιος ο Υπουργός Δικαιοσύνης διαβεβαίωσαν τους εκπροσώπους της «Ένωσης Πολιτών», ότι δεσμεύονται να προβούν εντός των αμέσως προσεχών ημερών στην άμεση επίλυση όλων των προβλημάτων των φυλακισμένων, με τη λήψη άμεσων και αποτελεσματικών μέτρων, αφού πλέον έχει γίνει κατανοητό, ότι η επικρατούσα σημερινή κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Έτσι, με βάση τις διαβεβαιώσεις του κ. Υπουργού, μεταξύ των άλλων, πρόκειται αμέσως να γίνει η ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Απόφασης – Πλαισίου 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, ώστε να πάψει η επιβολή εξοντωτικών ποινών πολυετών καθείρξεων καθώς και αυτής της έσχατης των Αποινών, δηλαδή της ισόβιας κάθειρξης, εις βάρος των εμπλακέντων με τα ναρκωτικά και, κυρίως, εις βάρος νέων ανθρώπων, που, ως γνωστό, κρίνονται και χαρακτηρίζονται ως δήθεν έμποροι ναρκωτικών, ενώ είναι άρρωστοι χρήστες. Όπως είναι γνωστό, η Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ καθορίζει τα συστατικά χαρακτηριστικά των εγκληματικών πράξεων για τη διακίνηση ναρκωτικών και επιβάλει την υποχρέωση στα κράτη μέλη της ΕΕ να καθορίσουν στην εθνική νομοθεσία τους, για αυτές τις εγκληματικές πράξεις, μία μέγιστη ποινή, κυμαινόμενη σε ελάχιστο και μέγιστο όριο. Αυτή η απόφαση στο χώρο της Ελευθερίας Ασφάλειας και Δικαιοσύνης της ΕΕ αποτελεί πλέον ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία, είναι μέρος του τρίτου πυλώνα της ΕΕ, σύμφωνα με την συνθήκη του Maastricht και δεσμεύει τα κράτη μέλη για την εφαρμογή της. Η ΕΕ, με τη στρατηγική της για τον περιορισμό της διακίνησης ναρκωτικών, έχει καλέσει τα κράτη μέλη της να εναρμονίσουν το ποινικό τους δίκαιο με μέγιστες ποινές (Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ) ακολουθώντας τα σύγχρονα προγράμματα ποινικής και αντεγκληματικής πολιτικής των Δυτικών χωρών, τις τελευταίας δεκαετίας, και να καθορίσουν την πρόληψη και ενημέρωση (Απόφαση 1150/2007/ΕΚ) και την μείωση της χρήσης ναρκωτικών ως τη βασική αρχή στη ποινική και αντεγκληματική τους πολιτική και όχι την αυστηροποίηση και την μηδενική ανοχή των ποινών στο κατασταλτικό σύστημα τους.

Σύμφωνα με τις δηλώσεις και τις διαβεβαιώσεις του κ. Υπουργού, έχουν ήδη διαπιστωθεί τα αδικαιολογήτως μη επιλυθέντα μέχρι σήμερα προβλήματα όλων των φυλακισμένων καθώς και οι επικρατούσες απάνθρωπες και απαράδεκτες συνθήκες στις φυλακές, που δεν τιμούν τη Χώρα μας, ούτε τον πολιτισμό, και πρόκειται αμέσως αυτά να επιλυθούν και να αντιμετωπίζονται στο εξής οι φυλακισμένοι ως ανθρώπινα όντα, ως πολίτες και ως άνθρωποι με ανάγκες αλλά και με αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα.
Η Ένωση Πολιτών, εξακολουθώντας να παρέχει με την ίδια αποφασιστικότητα την αμέριστη συμπαράστασή της στους κρατούμενους (καταδικασμένους και υπόδικους) εύχεται και ελπίζει, ότι, επί τέλους, θα γίνουν πράξη οι απαιτούμενες άμεσες και κατεπείγουσες ενέργειες, χωρίς άλλες καθυστερήσεις, προκειμένου να πάψει η δικαιολογημένη αντίδραση και οι απεγνωσμένες κινητοποιήσεις των κρατούμενων (απεργία πείνας) και να ανατείλει το φως της Δικαιοσύνης στον σημερινό ερεβώδη χώρο των φυλακών.


ΦΩΣ ΣΤΗ ΜΗΧΑΝΗ ΤΗΣ ΑΔΙΚΙΑΣ

Η σύγχυση και η αργοπορία της Πολιτείας για την εφαρμογή της απόφασης 2004/757/ΔΕΥ (2004/757/JHA) του Συμβουλίου της Ευρώπης, αντιβαίνει τη νέα ποινική και αντεγκληματική πολιτική της ΕΕ και παραβιάζει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του ανθρώπου.

Η ΕΝΩΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ για τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ του ΑΝΘΡΩΠΟΥ, στην προσπάθειά της για την προάσπιση, διαφύλαξη και προαγωγή των αναγνωρισμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών του ανθρώπου και για να ρίξει φως στη μηχανή της αδικίας κατά των κατηγορουμένων και κρατουμένων για ναρκωτικά στη χώρα μας, θεωρεί υποχρέωση και καθήκον της, για να υπάρχει δημοκρατία, να υψώσει τη φωνή της και να κάνει γνωστό στην Κοινωνία την άρνηση της εφαρμογής των Κανόνων Δικαίου, καθώς επίσης και την αδράνεια και τις παραλείψεις των αρμοδίων, που βλάπτουν τον πολίτη όταν δεν εφαρμόζουν τα νέα μέτρα ποινικής και αντεγκληματικής πολιτικής που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, για την εναρμόνιση του ποινικού δικαίου των κρατών μελών της.

Απευθυνόμαστε προς τους αξιότιμους: κ. Πρωθυπουργό, κ. Υπουργό Δικαιοσύνης, κ. πρόεδρο του Αρείου Πάγου, κ. εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, και στην ίδια την ελληνική Κοινωνία, με αφορμή την αδιαφορία, αργοπορία, τη λανθασμένη ερμηνεία και τη μη άμεση εφαρμογή από τους αρμοδίους, σε βάρος των κατηγορούμενων και κρατουμένων, της Απόφασης-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ, (2004/757/JHA) του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 25ης Οκτωβρίου 2004. Αυτή η απόφαση στο χώρο της Ελευθερίας Ασφάλειας και Δικαιοσύνης της ΕΕ αποτελεί πλέον ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία, είναι μέρος του τρίτου πυλώνα της ΕΕ, σύμφωνα με την συνθήκη του Maastricht και δεσμεύει τα κράτη μέλη για την εφαρμογή του. Η απόφαση θεσπίζει ελάχιστους κανόνες (σύμφωνα με το άρθρο 31, στοιχείο ε) της Συνθήκης για την ΕΕ) για τα κράτη μέλη, σχετικά με τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων και πολύ ηπιότερες ποινές, για τα ελληνικά δεδομένα, που καθόρισε η ΕΕ, στον τομέα της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών. Η καταληκτική ημερομηνία για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων, από τα κράτη μέλη προς συμμόρφωση με τις διατάξεις της απόφασης, ήταν η 12η Μαΐου 2006. Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, και ιδιαίτερα τα κράτη μέλη της συμφωνίας Σένγκεν, συμμορφώθηκαν με αυτή την απόφαση, εκτός της χώρας μας.

Η προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΔτΑ) αποτελεί το θεμέλιο κάθε σύγχρονης δημοκρατίας. Αυτό διακηρύσσεται πανηγυρικά και στο ελληνικό Σύνταγμα (όπως και στα συντάγματα όλων των κρατών μελών της ΕΕ), αφού στο άρθρο 2, παράγραφος 1 το Σύνταγμά μας εξαγγέλλει ότι: «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας». Μέσω αυτών των Δικαιωμάτων πραγματώνεται η «αξία» του Ανθρώπου και εξασφαλίζεται στον καθένα η «ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του», όπως διακηρύσσεται στο άρθρο 5, παράγραφο 1 του Συντάγματός μας.

Στην ΕΕ το βασικότερο διεθνές κείμενο για την προστασία των ΔτΑ είναι η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών» (ΕΣΔΑ), η οποία ισχύει σε όλα τα κράτη μέλη της. Η διεθνής αυτή Σύμβαση προστατεύει κάθε Άνθρωπο και όχι μόνο τους πολίτες της ΕΕ. Στα πλαίσια του Συμβουλίου της Ευρώπης, η προστασία των ΔτΑ ανήκει στο «Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» (ΕΔΔΑ). Οι Διεθνείς Συμβάσεις για τα ΔτΑ, όπως η ΕΣΔΑ, μετά την κύρωσή τους από την ελληνική Βουλή, ισχύουν, σύμφωνα με το άρθρο 28, παράγραφο 1 του Συντάγματός μας, ως εσωτερικό δίκαιο και μάλιστα «αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου». Επομένως, καθένας μπορεί να επικαλεστεί στα ελληνικά δικαστήρια την προστασία που του παρέχεται από την ΕΣΔΑ, πράγμα σημαντικό, ιδίως όταν οι διατάξεις της είναι ευνοϊκότερες από τις αντίστοιχες ελληνικές, οπότε και επικρατούν. Τα ελληνικά δικαστήρια οφείλουν να εφαρμόζουν την ΕΣΔΑ. Αν δεν το πράξουν, ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να ασκήσει προσφυγή κατά της Ελλάδας, σύμφωνα με το άρθρο 34 της ΕΣΔΑ, οπότε το Δικαστήριο του Στρασβούργου ελέγχει τις αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων.

Από τη δεκαετία του 90 η ΕΕ έχει αντιδράσει με την ανάπτυξη στρατηγικών για τα ναρκωτικά και σχέδια δράσης που καλύπτει την περίοδο 2005-2012.
Η στρατηγική της ΕΕ, όπως τελικά διαμορφώθηκε, περιλαμβάνει μια σειρά μέτρων στόχος των οποίων είναι να ανακόψουν τον ρυθμό της ζήτησης ναρκωτικών, να βελτιώσουν τη θεραπεία των τοξικομανών, να μειώσουν τη διαθεσιμότητα των παράνομων ναρκωτικών, να εναρμονίσουν τις πολιτικές των κρατών μελών, καθορίζοντας μέγιστες ποινές (απόφαση 2004/757/ΔΕΥ) και να ενδυναμώσουν τη συνοχή των κρατών μελών, στον τομέα της πολιτικής τους για τη δίωξη της διακίνησης ναρκωτικών. Η στρατηγική αυτή αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του προγράμματος της Χάγης για την ενίσχυση της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης στην ΕΕ.

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή Υπουργών της ΕΕ, με τη Σύσταση Νο. R (96) 8 (υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών, στις 5 Σεπτεμβρίου 1990 κατά την 572η συνάντηση των Εκπροσώπων των Υπουργών), λαμβάνοντας υπόψη ότι σκοπός του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι η επίτευξη μεγαλύτερης ενότητας μεταξύ των κρατών μελών και ότι η επιτυχία της εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εναρμόνιση των μέτρων προς μία συντονισμένη και συνεπή Ευρωπαϊκή αντεγκληματική πολιτική, καθόρισε τους κανόνες και τα μέτρα της κοινής αντεγκληματικής πολιτικής για τα κράτη μέλη.

Επίσης, η Επιτροπή Υπουργών της ΕΕ, με τη Σύσταση Νο. R (99) 22 (υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών, στις 30 Σεπτεμβρίου 1999 κατά την 681η συνάντηση των Εκπροσώπων των Υπουργών), εκτιμώντας ότι ο υπερκορεσμός των φυλακών και η αύξηση του πληθυσμού των φυλακών αποτελούν μέγιστη πρόκληση για το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, από την άποψη των ΔτΑ, έκρινε απαραίτητο ότι τα μέτρα που στοχεύουν στην καταπολέμηση μείωση της έκτασης του πληθυσμού των φυλακών είναι αναγκαίο να ενσωματωθούν σε μια συνεπή κα λογική αντεγκληματική πολιτική, κατευθυνόμενη στην πρόληψη του εγκλήματος, στην ασφάλεια και προστασία του κοινού στην εξατομίκευση των κυρώσεων και μέτρων, στην αποεγκληματοποίηση ορισμένων τύπων εγκλημάτων, ή να τα αναταξινομήσουν έτσι ώστε να μην επισύρουν ποινές που συνεπάγονται στέρηση της ελευθερίας.

Επίσης, η Επιτροπή Υπουργών της ΕΕ, με τη Σύσταση Rec (2003) 22 (υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών, στις 24 Σεπτεμβρίου 2003 κατά την 853η συνάντηση των Εκπροσώπων των Υπουργών), υιοθέτησε την υπό όρους απόλυση (απόλυση επί λόγω τιμής), αναγνωρίζοντας ότι η απόλυση υπό όρους είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά και εποικοδομητικά μέσα για την πρόληψη της υποτροπής στο έγκλημα και την προαγωγή της αποκατάστασης, που θα προσφέρει στον κρατούμενο μια σχεδιασμένη, υπό βοήθεια και επίβλεψη επανένταξη στη κοινωνία.

Η Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ καθορίζει τα συστατικά χαρακτηριστικά των εγκληματικών πράξεων για τη διακίνηση ναρκωτικών και επιβάλει την υποχρέωση στα κράτη μέλη της ΕΕ να καθορίσουν στην εθνική νομοθεσία τους, για αυτές τις εγκληματικές πράξεις, μία μέγιστη ποινή, κυμαινόμενη σε ελάχιστο και μέγιστο όριο. Συγκεκριμένα, η απόφαση καθορίζει ελάχιστη ποινή 5 και μέγιστη 10 έτη για διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών, ενώ για άλλες ποσότητες καθορίζει ελάχιστη ποινή 1 και μέγιστη 3 έτη. Την απόπειρα διακίνησης ναρκωτικών δεν τη χαρακτηρίζει αξιόποινη. Επίσης καθορίζει τις εξής ελαφρυντικές περιστάσεις, όταν ο δράστης του εγκλήματος: α) θέσει τέρμα στις εγκληματικές δραστηριότητες του, π.χ. όπως καθορίζεται από τη Σύσταση Rec (2003) 22, ή β) παρέχει πληροφορίες στις αρχές. Ο χαρακτηρισμός του ιδιαίτερα επικίνδυνου, για τα ναρκωτικά, ο συνήθης θανατηφόρος χαρακτηρισμός, της μηχανής της αδικίας για να καταδικάζει άτυχους πολίτες, δεν υπάρχει στην απόφαση ορόσημο της ΕΕ.

Η υποχρέωση εφαρμογής της παραπάνω απόφασης για τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης και της χώρας μας, προκύπτει από το άρθρο 10 της «Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας» από την οποία απορρέουν οι υποχρεώσεις των μελών κρατών καθώς επίσης και η εντολή να μην θέσουν σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σκοπών της συνθήκης. Επίσης είναι μεγαλύτερη η υποχρέωση, για τα κράτη μέλη της συμφωνίας Σένγκεν, να εναρμονίσουν την ποινική και αντεγκληματική πολιτική τους διότι είναι αδιανόητο π.χ. ο Πορτογάλος στη χώρα του για κατοχή μικρής ποσότητας ναρκωτικών να διαπράττει διοικητική παράβαση και να του γίνεται μόνο σύσταση από τις Αρχές, ή να πληρώνει πρόστιμο μερικά Ευρώ, αλλά εάν τυχόν συλληφθεί στην Ελλάδα, με την ίδια ποσότητα να θεωρείται ότι διέπραξε κακούργημα και να αντιμετωπίζει ποινή κάθειρξης πολλών ετών και ίσως και ισόβια.

Στο πλαίσιο μιας νέας στρατηγικής για την ολοκλήρωση και εναρμόνιση της νομοθεσίας των κρατών μελών και μια ενιαία Ευρωπαϊκή προσέγγιση καταπολέμησης των ναρκωτικών σε ολόκληρη την ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρώπης με την απόφαση 1150/2007/ΕΚ στις 25.09.2007 θέσπισε, για τη περίοδο 2007-2013, το ειδικό πρόγραμμα «Πρόληψη των ναρκωτικών και σχετική ενημέρωση» στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη» και υιοθέτησε μια νέα ποινική και αντεγκληματική πολιτική.

Η ΕΕ, με τη στρατηγική της για τον περιορισμό της διακίνησης ναρκωτικών, καλεί τα κράτη μέλη να εναρμονίσουν το ποινικό τους δίκαιο με μέγιστες ποινές ακολουθώντας τα σύγχρονα προγράμματα ποινικής και αντεγκληματικής πολιτικής των Δυτικών χωρών, τις τελευταίας δεκαετίας, και να καθορίσουν την πρόληψη και την μείωση της χρήσης ναρκωτικών ως τη βασική αρχή στη ποινική και αντεγκληματική τους πολιτική και όχι την αυστηροποίηση και την μηδενική ανοχή των ποινών στο κατασταλτικό σύστημα τους. Σημειώνεται ότι οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεσμεύουν άμεσα τα κράτη μέλη και παράγουν άμεσα έννομα αποτελέσματα για τους πολίτες της ΕΕ.

Αρχικά, η Επιτροπή με την ανακοίνωσή της COM/2001/0301 προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σχετικά με την εφαρμογή του σχεδίου δράσης της ΕΕ για τα ναρκωτικά για τα έτη 2000-2004, είχε αποφασίσει να δοθεί υψηλότερη προτεραιότητα στην πρόληψη των ναρκωτικών, στη μείωση της ζήτησης και στη μείωση των αρνητικών αποτελεσμάτων από τη χρήση ναρκωτικών και επισήμανε την ανάγκη τακτικής συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στη διαμόρφωση των πολιτικών της ΕΕ για τα ναρκωτικά. Επίσης, η Επιτροπή, με την ανακοίνωσή της COM/2004/707 τελικό, ανακοίνωσε στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τη τελική αξιολόγηση και του σχεδίου δράσης της ΕΕ για τα ναρκωτικά για τα έτη 2000-2004. Στη διαμόρφωση των τελικών προτάσεων είχε συμμετάσχει και η χώρα μας.

Στη συνέχεια το Συμβούλιο με την απόφαση 15074/04 της 22ας Νοεμβρίου 2004, διαμόρφωσε μια στρατηγική για τα έτη 2005-2012. Αυτή η στρατηγική στηρίχθηκε στην ανακοίνωσή της Επιτροπής COM/2004/707 τελικό, σε προηγούμενες αποφάσεις του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου, καθώς επίσης και στην απόφαση 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2004. Η στρατηγική κάλυψε το σύνολο των δραστηριοτήτων της ΕΕ, όσον αφορά τα ναρκωτικά και όρισε τους κύριους στόχους της ΕΕ. Οι στόχοι περιλάμβαναν την επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας, ευημερίας και κοινωνικής συνοχής μέσω της πρόληψης και της μείωσης της χρήσης ναρκωτικών, της εξάρτησης καθώς και των επιβλαβών συνεπειών των ναρκωτικών για την υγεία και τη κοινωνία. Δηλαδή η ΕΕ χάραξε μια κοινωνιοκεντρική αντεγκληματική πολιτική εφαρμόζοντας μέτρα που αφορούν την κοινωνική και τους τρόπους δράσης του κράτους πρόνοιας (κοινωνικές παροχές, μέτρα κατά της ανεργίας, περίθαλψη, ασφάλεια, κ.λ.π.) και εστράφη προς την αποποινικοποίηση. Για την ΕΕ το σύστημα που χρησιμοποιεί ποινικο-κατασταλτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της αύξησης της χρήσης ναρκωτικών (όπως η χώρα μας) είναι πλέον παρελθόν, όπως είναι παρελθόν και η ποινή της ισόβιας κάθειρξης.

Στη συνέχεια και σύμφωνα με τη στρατηγική της ΕΕ για τα έτη 2005-2012, το Συμβούλιο, με την απόφαση C 168 /08.07.2005 ενέκρινε το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ναρκωτικά για τα έτη 2005-2008, βασισμένο και αυτό στην απόφαση 2004/757/ΔΕΥ. Δυστυχώς η μη εφαρμογή στη χώρα μας, του ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης 2005-2012 την εκθέτει διεθνώς, διότι ενώ το Υπουργείο Εξωτερικών αναφέρει με υπερηφάνεια στην ιστοσελίδα του ότι η Ελλάδα σέβεται τις διεθνείς της συμφωνίες, όπως το συγκεκριμένο σχέδιο αντεγκληματικής πολιτικής της ΕΕ, το Υπουργείο Δικαιοσύνης κωφεύει για την εφαρμογή του.

Με την απόφαση 1150/2007/ΕΚ της 25ης Σεπτεμβρίου 2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης εγκρίθηκε η θέσπιση, για την περίοδο 2007-2013, του ειδικού προγράμματος «Πρόληψη των ναρκωτικών και σχετική ενημέρωση» στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη». Αυτή η απόφαση υιοθέτησε και βασίστηκε στη στρατηγική της ΕΕ για τα έτη 2005-2012, που είχε εγκριθεί με την απόφαση 15074/04 του Συμβουλίου, καθώς επίσης υιοθέτησε και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση των ναρκωτικών για τα έτη 2005-2008, που είχε εγκριθεί από το Συμβούλιο με την απόφαση C 168 .

Τέλος, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τα ανωτέρω, η απόφαση 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου αποτελεί πλέον αδιαμφισβήτητο και αναπόσπαστο μέρος της απόφασης 1150/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ και αποτελεί τον πυρήνα της ποινικής και αντεγκληματικής πολιτικής της ΕΕ για την επόμενη δεκαετία.

Σήμερα, ο κατασταλτικός μηχανισμός της χώρας μας, για τη πάταξη της διακίνησης των ναρκωτικών, στηρίζεται σε ανελαστικές πολιτικές επιβολής του νόμου και της τάξης (law and order), χωρίς τη δυνατότητα μετατροπής της ποινής, τον οποίο διαδέχθηκε η πολιτική της μηδενικής ανοχής, ιδιαίτερα μετά την ισχυρή δόνηση που δέχθηκαν τα θεμέλια της ελληνικής Δικαιοσύνης, λόγω του λεγόμενου “παραδικαστικού”.

Οι παρενέργειες της κάθαρσης του “παραδικαστικού” είναι ορατές και τα σημάδια του φόβου που διακατέχει τους δικαστικούς λειτουργούς αποτυπώνονται στη μηδενική ανοχή τους με τις εκατοντάδες υπέρμετρα αυστηρές, άδικες και εξοντωτικές ποινές ισόβιας κάθειρξης. Δυστυχώς οι κατηγορούμενοι Έλληνες πολίτες «πληρώνουν» την εξυγίανση, αφού οι δικαστικοί λειτουργοί εξαντλούν την αυστηρότητά τους σε βάρος τους γιατί πιστεύουν ότι έτσι θα φανούν έντιμοι, με αποτέλεσμα να έχουν υπερφορτωθεί οι χωματερές ανθρώπων με εκατοντάδες ισοβίτες για ναρκωτικά.

Αλλά και οι πολιτικοί μας έχουν συνεισφέρει στις παρενέργειες του «παραδικαστικού», σε βάρος των άτυχων κατηγορουμένων, με το να διακηρύττουν, για καθαρά πολιτικούς λόγους, ότι η κάθαρση θα φθάσει μέχρι το κόκαλο, χωρίς να έχουν προβλέψει μέτρα προστασίας, για τους άτυχους κατηγορουμένους από την αντίδραση των «ανεξάρτητων» δικαστών. Ο τέως υπουργός της Δικαιοσύνης, κ. Αναστάσης Παπαληγούρας, στο πρόσφατο βιβλίο του, Πολιτεία Δικαίου, αναφέρει τα εξής:
«Έτσι, ήδη, έχουν υπερβεί τους 98 οι δικαστές που έχουν αποπεμφθεί από το Σώμα ή διώκονται ποινικά ή πειθαρχικά, ενώ η πρώτη καταδικαστική απόφαση για επίορκο δικαστή ήταν αμείλικτη - 25 χρόνια κάθειρξη. Η κάθαρση προχωρεί και δεν θα ολοκληρωθεί μέχρι να εξαλειφθεί και η τελευταία παραδικαστική σκιά, μέχρι να αποβληθεί και ο τελευταίος επίορκος δικαστής από τους κόλπους της ελληνικής Δικαιοσύνης».
Είναι πολύ άδικο, επειδή ορισμένοι δικαστές χρηματίστηκαν, καλυμμένοι πίσω από την «κουρτίνα της ανεξάρτητης αρχής», να την πληρώνει άδικα η ελληνική νεολαία και να γεμίζουν οι χωματερές ανθρώπων.

Το έτος 2006 σε σχετικό υπόμνημα, με αριθ. πρωτ. 15683/18.12.07, που υπέβαλαν οι κρατούμενοι της κλειστής φυλακής Πατρών προς το υπουργείο Δικαιοσύνης, το υπουργείο αναγνώρισε την ύπαρξη της απόφασης 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, δεν την απέρριψε και τους απάντησε ότι συνεστήθη ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την ενσωμάτωση της απόφασης στην εθνική νομοθεσία, οι εργασίες της οποίας βρίσκονται στο στάδιο της περαίωσης. Δυστυχώς το Υπουργείο Δικαιοσύνης όχι μόνο εκώφεύε, επί τέσσερα έτη για την ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της συγκεκριμένης απόφασης του Συμβουλίου, αγνοώντας όλους τους κατηγορούμενους και φυλακισμένους της χώρας, αλλά και στην απάντηση του Υπουργείου, με αριθ. Πρωτ. 38588/04.04.2007, προς το υπόμνημα των φυλακισμένων της κλειστής φυλακής Πατρών υπονοεί λανθασμένα ότι οι διατάξεις της συγκεκριμένης απόφασης του Συμβουλίου της Ευρώπης αφορούσαν τις ελάχιστες ποινές. Ενώ, όπως αναφέρεται στην απόφαση πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ, το Συμβούλιο βασίστηκε στο άρθρο 31, στοιχείο ε) της Συνθήκης για την ΕΕ, που αναφέρει την θέσπιση μέτρων για τον καθορισμό ελάχιστων κανόνων, και όχι ελάχιστων ποινών, όπως υπονοεί το Υπουργείο.

Στα πρόσφατα υπομνήματα προς τον υπουργό Δικαιοσύνης, με αριθ. πρωτ. 3545/14.07.08 και 4159/02.09.08, που υπέβαλαν οι κρατούμενοι όλων των φυλακών, ο υπουργός δεν απάντησε. Οι αρμόδιοι του υπουργείου διέρρευσαν κακόβουλα ότι δήθεν συστήθηκε νομοπαρασκευαστική επιτροπή που πρότεινε την τροποποίηση του ποινικού κώδικα, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης και βρίσκεται στο «συρτάρι του υπουργού». Προφανώς πρόκειται για υπεκφυγή, γιατί ακόμη δεν έχουμε εντοπίσει τους σοφούς που ασχολήθηκαν με το θέμα.

Επίσης, είναι πιθανόν το Υπουργείο να ενημερώνει λανθασμένα τους δικαστές για την εφαρμογή της συγκεκριμένης απόφασης, οι οποίοι αναγνωρίζοντας το δεσμευτικό χαρακτήρα που έχει αυτή η απόφαση του Συμβουλίου για τα κράτη μέλη, την συζητούν μεν χωρίς να την απορρίπτουν, αλλά αιτιολογούν λανθασμένα στις αποφάσεις του, ότι τα όρια των ποινών είναι τα ελάχιστα και όχι τα μέγιστα, όπως είναι η αλήθεια και συνεπώς συνεχίζουν με τη μηχανή της αδικίας και επιβάλουν ισόβιες καθείρξεις. Υπάρχουν συγκεκριμένες δικαστικές αποφάσεις, με ποινές ισόβιας κάθειρξης, που επιβεβαιώνουν αυτό το γεγονός, δηλαδή οι δικαστές από άγνοια της σωστής απόφασης του Συμβουλίου της Ευρώπης, ή λανθασμένης εντολής από το Υπουργείο, διαπράττουν το αδίκημα της παράβασης εξουσίας, διότι κρίνουν αυθαίρετα ότι οι ποινές που καθορίζονται από την απόφαση 2004/757/ΔΕΥ είναι οι ελάχιστες και όχι οι μέγιστες, όπως είναι το σωστό. Αυτές οι αποφάσεις είναι διαθέσιμες. Η Δικαιοσύνη που δεν συγχωρεί άγνοια νόμου στους πολίτες, θα συγχωρήσει τους δικαστές που αγνοούν και δεν εφαρμόζουν τις αποφάσεις της ΕΕ;


Επίσης, κωφεύουν και όλοι όσοι κερδίζουν χρήματα και διαβιώνουν σε βάρος των φυλακισμένων για ναρκωτικά και από την ελπίδα τους για αποφυλάκιση, συμμετέχοντας και αυτοί στη μηχανή της αδικίας, που με τις ενέργειές τους συντέλεσαν, ώστε με την αντεγκληματική πολιτική της μηδενικής ανοχής, να υπερφορτωθούν οι ελληνικές φυλακές και η χώρα μας να χτίζει συνεχώς φυλακές αντί για σχολεία και νοσοκομεία. Περισσότερο από το 50% των φυλακισμένων στη χώρα μας είναι εξ αιτίας των ναρκωτικών και αφού το 99% των αιτήσεων διακοπής ποινής απορρίπτονται, ο αριθμός συνεχώς αυξάνει. Από στατιστικά στοιχεία της ελληνικής Αστυνομίας για τα έτη 2000-2007, προκύπτει ότι κατηγορούνται περίπου 12.000 έλληνες κάθε χρόνο για διάφορες υποθέσεις ναρκωτικών. Ο τζίρος των χρημάτων, που πληρώνει ο κατηγορούμενος Έλληνας πολίτης, και οι οικογένειες των φυλακισμένων, για δίκες, αμοιβές, μίζες, εκδουλεύσεις, κ.λ.π. είναι αστρονομικός, και μάλιστα χωρίς αποδείξεις.

Δυστυχώς το υπουργείο Δικαιοσύνης κωφεύει στην εφαρμογή της απόφασης 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, αγνοώντας ότι:

α. Από το άρθρο 10 της «Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας» απορρέει η υποχρέωση των κρατών μελών για την άμεση εφαρμογή της συγκεκριμένης απόφασης στο εθνικό Δίκαιο.
β. Από το άρθρο 28, παρ. 1 του Συντάγματος, προκύπτει ότι η συγκεκριμένη απόφαση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Ελληνικού Δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη εθνική διάταξη νόμου.
(Το άρθρο 28 αποτελεί θεμέλιο για τη συμμετοχή της χώρας στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης).
γ. Οι διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του ανθρώπου (ΕΣΔΑ) μετά την κύρωση από τη χώρα μας, αποτελούν εσωτερικό Δίκαιο.
δ. Οι διεθνείς συμβάσεις υπερισχύουν, όταν έχουν διαφορετικές ρυθμίσεις, έναντι των νόμων του εσωτερικού Δικαίου (ΑΠ 1603/91, ΕλΔ 34/332. ολ. ΣτΕ 1930/89, ΕλΔ 40/892).
ε. Κατά πάγια νομολογία των Δικαστηρίων της ΕΕ , ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί διατάξεις, πρακτικές, ή καταστάσεις της εσωτερικής έννομης τάξης προκειμένου να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων και των προθεσμιών που προβλέπει μια οδηγία (απόφαση C-323/97).

Η Ένωση Πολιτών, προσέφυγε ήδη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη μη εφαρμογή της απόφασης2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου στη χώρα μας και ζητεί να αποζημιωθούν όλοι οι κρατούμενοι και οι οικογένειές τους για το κακό που έχουν υποστεί από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές. Στη προσπάθειά μας να συλλέξουμε περισσότερα στοιχεία καλούμε όλους όσους αδικήθηκαν από τη μηχανή της αδικίας, είναι κρατούμενοι και δεν δικάστηκαν σύμφωνα με την απόφαση 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, που ισχύει από 25.10.04, να μας ενημερώσουν στο
Tηλέφωνο 6976835645, ή στο e-mail: ctzleague@gmail.com

Η πορεία μας και χρήσιμα στοιχεία θα ανακοινώνονται στην ιστοσελίδα μας: http://ctzleague.blogspot.com/

ΕΝΩΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ για τα
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ του ΑΝΘΡΩΠΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ & ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

Σύμφωνα με την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ)», και τη σχετική νομολογία του «Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» του Στρασβούργου, το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει εκδώσει τις εξής αποφάσεις και συστάσεις:

1. Σύσταση Rec (2006) 2 - Οι ευρωπαϊκοί σωφρονιστικοί κανόνες (υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 11.01.06).

Η Σύσταση θεσπίζει τους κανονισμούς των ευρωπαϊκών φυλακών και τονίζει ότι πρέπει να εξασφαλίζονται συνθήκες φυλάκισης οι οποίες δεν προσβάλουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και οι οποίες προσφέρουν ουσιαστικές επαγγελματικές δραστηριότητες και προγράμματα μεταχείρισης στους κρατούμενους, έτσι ώστε να προετοιμάζονται για την επανένταξή τους στην κοινωνία.

2. Σύσταση Rec (2003) 22 – Η υπό όρους απόλυση (απόλυση επί λόγω τιμής) (υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 24.09.03).

Με την Σύσταση η Επιτροπή Υπουργών κρίνει ότι είναι προς το συμφέρον των κρατών μελών της ΕΕ να καθιερώσουν κοινές αρχές αναφορικά με την εφαρμογή των ποινών κατά της ελευθερίας προς το σκοπό της ενίσχυσης της διεθνούς συνεργασίας σ΄ αυτόν τον τομέα. Επίσης αναγνώρισε ότι η απόλυση υπό όρους είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά και εποικοδομητικά μέσα για την πρόληψη της υποτροπής στο έγκλημα και την προαγωγή της αποκατάστασης, που θα προσφέρει στον κρατούμενο μια σχεδιασμένη, υπό βοήθεια και επίβλεψη επανένταξης στη κοινότητα.

Επίσης κρίνει, ότι το οικονομικό κόστος της φυλάκισης θέτει ένα σοβαρό βάρος στην κοινωνία και ότι η έρευνα έχει δείξει ότι η κράτηση έχει συχνά αντίστροφα αποτελέσματα και αποτυγχάνει να επανεντάξει τους καταδικασμένους. Κρίνει, συνεπώς, ότι είναι επιθυμητό να μειωθεί η διάρκεια των καταδικών σε ποινές φυλάκισης όσο είναι δυνατόν περισσότερο και ότι η απόλυση με όρους πριν από την πλήρη έκτιση της ποινής είναι ένα σημαντικό μέσο προς το σκοπό αυτό. Η νομοθεσία και η πρακτική της απόλυσης υπό όρους θα πρέπει να συμμορφώνονται προς τις θεμελιώδεις αρχές των δημοκρατικών κρατών που διέπονται από τους κανόνες του δικαίου, των οποίων πρωταρχικός στόχος είναι η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τη νομολογία των οργάνων στα οποία είναι ανατεθειμένη η εφαρμογή της.

3. Σύσταση Rec (2003) 23 – Η αντιμετώπιση από τις διοικήσεις των φυλακών των ισοβιτών και των άλλων βαρυποινιτών κρατούμενων (υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 09.10.03).

Η Επιτροπή εκτίμησε ότι θα πρέπει να παρέχονται στους κρατούμενους συνθήκες αξιοπρεπούς διαβίωσης, και ότι θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με τρόπους που να αρμόζουν στις ατομικές περιστάσεις και να συμφωνούν με τις αρχές της δικαιοσύνης, της επιείκειας και της αμεροληψίας. Επίσης εκτίμησε ότι η κατάργηση της θανατικής ποινής, στα κράτη μέλη της ΕΕ, έχει προκαλέσει μια αύξηση της επιβολής των ποινών ισόβιας κάθειρξης, η οποία συμβάλει στον υπερκορεσμό των φυλακών που βλάπτει την αποτελεσματική και ανθρώπινη αντιμετώπιση των κρατούμενων. Επίσης η νομοθεσία και η πρακτική αναφορικά με την αντιμετώπιση των κρατούμενων θα πρέπει να συμφωνεί με τις απαιτήσεις που περιέχονται στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τη νομολογία των οργάνων εφαρμογής της.

4. Σύσταση R (99) 22 – Υπερκορεσμός των φυλακών και πληθωρισμός του πληθυσμού των φυλακών μέτρα αποσυμφόρησης των φυλακών
(υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 30.09.99).

Η Επιτροπή εκτίμησε ότι ο υπερκορεσμός των φυλακών και η αύξηση του πληθυσμού των φυλακών αποτελούν μέγιστη πρόκληση για τις σωφρονιστικές διοικήσεις και το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης στο σύνολό του, τόσο από την άποψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσο και στον τομέα της αποδοτικής διαχείρισης των σωφρονιστικών καταστημάτων. Η στέρηση της ελευθερίας θα πρέπει να θεωρείται ως κύρωση ή μέτρο της τελευταίας καταφυγής και γι’ αυτό θα πρέπει να προβλέπεται μόνον, όταν η σοβαρότητα του εγκλήματος θα καθιστούσε κάθε άλλη κύρωση ή μέτρο αναμφίβολα ακατάλληλη. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο της από-εγκληματοποίησης ορισμένων τύπων εγκλημάτων ή να τα αναταξινομήσουν έτσι ώστε να μην επισύρουν ποινές που συνεπάγονται στέρηση της ελευθερίας.

5. Σύσταση R (89) 12 – Η εκπαίδευση στη φυλακή
(υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 13.10.89).

Η Επιτροπή εκτίμησε την σημασία της εκπαίδευσης στην ανάπτυξη του ατόμου και της κοινότητας, καθώς επίσης και ότι το δικαίωμα στην εκπαίδευση είναι θεμελιώδες. Επίσης έκρινε ότι η εκπαίδευση στη φυλακή είναι ένας σημαντικός δρόμος για τη διευκόλυνση της επιστροφής του κρατούμενου στην κοινότητα.


6. Απόφαση Res (76) 10 – Αναφορικά με ορισμένα ποινικά μέτρα υποκατάστασης της στερητικής της ελευθερίας ποινής
(υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών στις 09.03.76).

Η Επιτροπή εκτίμησε ότι είναι προς το συμφέρον των κρατών μελών της ΕΕ να καθιερώσουν κοινές αρχές αντεγκληματικής πολιτικής και τη θέσπιση εναλλακτικών μέτρων κράτησης, τα οποία προ πολλού έχουν καθιερωθεί στην ΕΕ, όπως η αναστολή της ποινής και η τοποθέτηση υπό επιτήρηση, καθώς επίσης και η καθιέρωση του θεσμού κοινωφελούς εργασίας.






ΑΙΤΗΣΗ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΜΕΛΟΥΣ
ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ για τα
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ του ΑΝΘΡΩΠΟΥ

E-mail: ctzleague@gmail.com
Tηλ: 6976835645

Αθήνα …………………………..


Δ Η Λ Ω Σ Η - Β Ε Β Α Ι Ω ΣΗ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΜΕΛΟΥΣ

Ο υπογράφων (η υπογράφουσα) ……………………………………………….,
Διεύθυνση……………………………………………Τηλ…………………………,
δηλώνω και βεβαιώνω, ότι έλαβα γνώση των σκοπών και τους άξονες δράσεις της Ένωσης Πολιτών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που αποτελεί κοινωνικό - μη κερδοσκοπικό οργανισμό, τους οποίους αποδέχομαι, πρόκειται δε να συμβάλλω για την προώθηση και την ευόδωσή τους και αποδέχομαι να προσλάβω την ιδιότητα του επίτιμου και ενεργού μέλους αυτής.

Ο/Η ΔΗΛΩΝ/ΔΗΛΟΥΣΑ





Οι άξονες δράσεις της Ένωσης Πολιτών για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου περιλαμβάνουν:
· Την προάσπιση των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ανθρώπου, της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, που αποτελούν θεμελιώδεις αρχές του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και σε παγκόσμια κλίμακα, σύμφωνα με την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της 10ης Δεκεμβρίου 1948, και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της EE.
Την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για τα ζητήματα που αφορούν τα δικαιώματα του ανθρώπου και τη δημοκρατία, καθώς και την προώθηση της ορθότερης και αποτελεσματικότερης ρύθμισης των σχετικών θεμάτων.
· Την οργάνωση εθνικών και τοπικών εκστρατειών για την εφαρμογή και την επικράτηση στη Κοινωνία, τη Διοίκηση, το Κράτος και την Πολιτεία των θεσμοθετημένων αρχών του κράτους Δικαίου και Πρόνοιας.
· Την παροχή και πληροφόρηση στους αδικούμενους πολίτες.
· Την υποβολή σε δημόσιες αρχές και διεθνείς οργανισμούς υπομνημάτων, εκθέσεων και προτάσεων που αναφέρονται στη διατύπωση κανόνων σχετικών με τα δικαιώματα του ανθρώπου, στις διαπιστωμένες παραβιάσεις τέτοιων κανόνων ή στην ανάγκη αποτελεσματικότερης προστασίας των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
· Τη συγκέντρωση και διάδοση πληροφοριακού υλικού και κειμένων σχετικών με τα δικαιώματα του ανθρώπου, την έκδοση δελτίων τύπου, ψηφισμάτων και διαμαρτυριών και την οργάνωση συνεντεύξεων τύπου
ΕΠΙΣΗΜΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ-ΠΛΑΙΣΙΟΥ 2004/757/ΔΕΥ

























































PETITION TO THE EUROPEAN PARLIAMENT OF DETAINEES


H ΕΝΩΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ με τη κατωτέρω ΑΝΑΦΟΡΑ-ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑ προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητώντας να καταδικαστεί η Ελλάδα διότι τα ελληνικά ποινικά δικαστήρια, αδιαφορούν και παραβιάζουν τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και δεν εφαρμόζουν την Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ (2004/757/JHA) του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου ( σύμφωνα με το άρθρο 28, παρ. 1 του Συντάγματος και τις αποφάσεις του Αρείου Πάγου).

______________________________________________________________

P E T I T I O N
TO THE EUROPEAN PARLIAMENT
ON BEHALF OF DETAINEES IN GREEK PRISONS
______________________________________________________________


14 November 2008

TO THE HONORABLE PRESIDENT OF THE EUROPEAN PARLIAMENT:

We, the undersigned (through power of attorney) seven hundred (700) citizens of the European Union and now incarcerated in Greek Prisons, sentenced to imprisonment by Greek Courts, and voicing the concern of over twelve thousands (12,000) detainees in total, request the European Parliament:

1. To activate the procedure of article 226 of the Treaty on the Functioning of the EU, namely, to set up a temporary Committee of Inquiry to investigate Greece’s infringements of EU Law, by failing to honour:
a. The Council Framework Decision 2004/757/JHA;
b. The Council Resolutions (73)5, (76)2, (76)10;
c. The UN General Assembly Decision A/Res/45/111;

2. To intervene immediately with a view toward implementing temporary protective measures as deemed necessary, in order to avert irreparable harm to all persons in Greek prisons by enforcing:
a. Council of Europe recommendations Rec(2006)2, Rec(2003)22, Rec R(2000)22 and Rec R(99)22;
b. The European Parliament, Council and Commission common decision 2007/C 303/01;

3. To take action with a view toward discontinuing Greece’s impunity while abusing Human Rights and fundamental freedoms of all persons incarcerated in Greek prisons;

4. To bring the matter before the European Court of Justice and seek any necessary corrective and compensatory action in favour of all detainees in Greek prisons;

5. To take steps for the indemnification of detainees in Greek prisons by the European Union for harm caused to us by a Member State and its institutions in the performance of their duties.

______________________________________________________________

I. INTRODUCTION

Through this petition, based on articles 21 and 194 of the European Community Treaty (EC Treaty) and the EU Charter of Fundamental Rights, we wish to bring to the attention of the European Parliament Greece’s blatant disregard of EU policy regarding harmonisation of Criminal Law and integration of European Law into domestic Law. In doing so, we are joining many other voices of protest that are raised these days against Greece, deploring the way drug-related offenses are adjudicated and punished.

Further, we wish to highlight Greece’s failure to implement Council Framework Decision 2004/757/JHA, which lays down the maximal penalties in the field of illicit drug trafficking. Greece, as a member of the Schengen group of countries, should have harmonized her criminal legislation with such a Framework Decision promptly and efficiently, in order to avoid any risk for harassment of citizens of other Member States, while visiting Greece.

Moreover, we wish to emphasize the fact that Greece continues to disregard the EU minimum standards for the treatment of prisoners and has done so up to now without being subjected to any measures, let alone punitive action.

It should be noted that Greece’s obligation to implement Council Framework Decision 2004/757/JHA is also laid down in article 7 of the Shengen agreement (Council’s decision 1999/436/EC), regarding the applicable measures for the free movement of persons: Greece had the obligation to harmonize, where necessary, her laws, regulations and administrative provisions, as required by the Council.

We seek the urgent intervention of the European Parliament for the purpose of discontinuing the unduly severe sentences that are meted by the Greek Courts in the name of zero tolerance. Such harsh sentences often amount to abuses of the defendants’ Human Rights and fundamental freedoms or entail such abuses in the process. We have now reached a situation where less than 1% of all petitions for parole are granted in drug-related cases, thus rendering Greece into an endless incarceration centre for drug-offenders within the European Union.

It has been already decided that Greek prisoners will go on hunger strike (at the writing moment, the strike has already commenced) and abstain from their work duties in order to protest against disproportionately heavy sentences, including life imprisonment, for offenses related to illicit drugs (in violation of the Council Framework Decision 2004/757/JHA), as well as the cruel, inhuman and degrating treatment that they suffer due to overcrowding and generally harsh conditions (attachment 5).

Greek Judges are obliged to apply the provisions of Council Framework Decision 2004/757/JHA in their rulings because, according to Article 28, paragraph 1, of the Greek Constitution, any EU Decision and Directive is considered as part of Greek Law and prevails over other domestic legislation in case of conflict.

In this respect, by failing to integrate into her national legal system the Council Framework Decision 2004/757/JHA, which stipulates the maximal penalties in the field of drug-related offenses and encapsulates the EU strategy for Criminal Law harmonization the Member States for the period 2005-2012, Greece has violated the following:

1. Article 29 of the Treaty on European Union;
2. Articles 10 and 249 of the Treaty establishing the European Community;
3. Articles 5, 6, 8 and 14 of the European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms.

In this context, a very relevant matter to be brought into the attention of the European Parliament is the following:

The Greek Judiciary has been plagued by a series of serious scandals, highlighted in both the national and international media. While legal proceedings have been initiated in order to punish the perpetrators of acts of corruption, ironically, the steps taken have had an adverse effect on the performance of Greek Judges, ultimately, weakening rather than strengthening the Rule of Law. Thus, in order to dispel any suspicion that they have been bribed themselves in drug-related cases, many Judges opt for utterly severe sentences, often on flimsy grounds; it is as if they would rather sentence than acquit an accused, if the charges relate to drug use or trafficking.

The consequence has been the emergence of a new draconian jurisprudence in the field of drug Law, which has rendered Greek Judges a serious hazard to Greek society. They were often perceived as a hazard due to the low quality and often whimsical character of their judicial outputs, and the frequency of bribery and undue influence in the performance of their duties, not to mention the contraventions in the area of due process; now they are also a hazard because of their newly invented draconization of drug Law.

______________________________________________________________
II. STATEMENT OF FACTS
This petition is based on fact-finding from the following sources, as substantiated in the annexes:

1. Important and valuable information collected from many reliable sources;
2. Recent Appellate Court decisions;
3. Interviews with officials, such as, Judges of the Greek Supreme Court, high ranking Prosecutors, Law Enforcement agents and other authorities, prominent lawyers, jurists and criminologists, academic scholars and domestic media journalists;
4. Interviews with prisoners and their defense lawyers;
5. The findings of extensive surveys carried out by several professionals, following the unjust incarceration of thousands of defendants, who received draconian penalties, even life imprisonment, for drug-related offenses (notwithstanding the applicable provisions of the Council Framework Decision 2004/757/JHA and the articles 5, 6, 8 and 14 of the Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms).

The issues raised in this petition are of great concern to the Greek public; in particular, prevention and reduction of drug abuse and drug addiction is of the utmost importance. Greek society as, indeed, any other European society should deal with drug-related problems not in isolation but in co-operation with others and harmonisation of strategy and action across State borders. These are nowadays widely recognized as international concerns and should be dealt as such; unilateral action by one State alone is unlikely to yield any results, in the best case, the problem merely moves across the border. In other words, any anti-drug action has to be coordinated with other States concerned and it has to be joint and harmonized.

As such, the tools in the struggle against drugs are always similar: demand and supply reduction strategies, treatment of addicted users, and prosecution of offenders. But the modalities and methodologies of how to use these tools need to be harmonized if results are to be achieved.

Obviously, the Law is an indispensable tool in the struggle against drugs. However, the legal system should not be used in a way that defeats the purpose.

First and foremost, if successful prosecution of offenses is to contribute to less drug trafficking and less social evil, it has to aim at the big fish rather than the small victims of such big fish. And then, the legal system should not reproduce drug abuse and addiction by filling the prisons (which are said to be the best training venues, leading to more drug-related criminality), thus strengthening and fueling drug trafficking. It is a well-known fact that indiscriminate incarceration of drug users, particularly young men, results in more drug addiction and fuels a vicious cycle. The legal system should rather make extensive use of sanctions which include a rehabilitating and therapeutic element for every offender except the “big fish” mentioned above and other malicious traffickers.

Instead of tuning to this, utterly desirable, internationally established and highly recommended course of action (in fact, a best practice), the Greek Judiciary has followed the path of severe and excessive repression, amounting at times to violation of important legal principles and, indeed, defeating the purpose.

As is amply demonstrated in the annexed supporting documentation,, there is indisputable evidence to the effect that Greece has violated EU Law in this respect, and that the Judiciary has abused the defendants’ Human Rights.

It goes without saying that the Greek judicial system is there to provide justice to all citizens, fairly and indiscriminately. This includes drug addicts, drug users and all kinds of defendants in drug cases. By meting unfairly severe penalties, such as life imprisonment, based on allegations and accusations without evidence beyond reasonable doubt for illicit drug trafficking and drug use, Justice is not served and, definitely, not done.

A recent report (attachment 1) describing Human Rights malpractices and abuses in Greece during 2007 (the U.S. Department of State report, dated 11 March 2008), is enclosed herewith, in support of this petition. We request the European Parliament to take a stance on the issues raised in this report; it is a matter of enormous gravity and a real concern to the public interest.

At present, there is an ongoing criminal investigation related to corruption scandals in the Judiciary. The investigation has been going on for more than five years. Several Judges, lawyers and others have been charged for trial-fixing, bribery, money-laundering, abuse of power, dereliction of duty, attempted extortion and other corruption-related offenses. Quite a number of corrupt Judges were found to be members of various organized groups for trial-fixing: “protected” by the principle of independence of the Judiciary, these Judges received bribes for trial-fixing.

This was the greatest scandal to ever hit the independent judicial system of Greece. Today, some corrupt Judges have already been imprisoned and many others have been dismissed from the Judiciary; in the meantime, the investigation continues. Former Minister of Justice, Anastasios Papaligouras, in his recent book with the title «State of Law», published in 2007, (attachment 2), states: «98 Judges have been dismissed or are under investigation; the first Court decision for a corrupt Judge was severe, 25 years of imprisonment; the cleansing of the Greek Judiciary will continue until all the corrupt Judges are dismissed». Many other politicians made similar statements – thus creating a hostile environment against anybody who happened to be accused for an offense. In particular, drug-related offenses had to be dealt with in a draconian manner, if any suspicion of trial-fixing were to be dispelled.

For the past five years, the great publicity in Greek and international media with thousands of reports on the scandal and their severe criticism against the Greek Judiciary, the public scrutiny of the administration of Justice, the assaults on Justice from political parties, and the Supreme Court delirium asking for a far-reaching investigation to reveal corrupt officials in the Judiciary, have intimated Judges, who have responded with prejudice and bias against defendants.

In other words, the action taken to fight this huge scandal had an unforeseen yet clearly undesirable side effect: it gave rise to thousands of unfair trials, particularly against those accused with allegations for illicit drug trafficking and drug abuse. The Appellate Court decisions have been excessively severe, because the Judges, being influenced by the media and fearing that they might be accused for trial-fixing or bribery, if their decisions were lenient, and, consequently, be dismissed by the Supreme Court, opted for severe and harsh punishments. This happened, above all, in drug-related offenses, where severity was more opportune and could always be “justified” as part of the fight against a social evil.

The aftermath of a scandal of such astounding proportions was thousands of unfair trials, the bulk of which was in the area of drug-related offenses. This amounts to direct violation of Council Framework Decision 2004/757/JHA, and the Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms.

______________________________________________________________

III. THE LAW

Framework Decision 2004/757/JHA, a third-pillar decision of the European Council, pertains to police and judicial cooperation in criminal matters. It aims at ensuring a high level of health protection, well-being and social cohesion in the EU countries by complementing the efforts of Member States to prevent and reduce drug use and addiction, and fight drug trafficking through effective cooperation, embedded in a joint approach by the Member States.

In fact, this Framework Decision is the backbone and the primary instrument of the intended integration and harmonization of Criminal Law in the twenty-seven Member States. It lays down the provisions on the constituent elements of criminal offenses in the field of illicit drug abuse and trafficking, and imposes the obligation on Member States to impose penalties within a range from a certain minimum to a maximum; naturally, this should be uniform throughout EU.

In addition, the Framework Decision has been embedded in the Decision 1150/2007/EC of the European Parliament and the Council of 25 September 2007. This decision establishes the Specific Programme «Drug Prevention and Information» as part of the General Programme, Fundamental Rights and Justice for the period 2007-2013.

We respectfully submit that the alleged malpractices amount to serious violations of European Law and the Law of Human Rights, as follows:

A. Greece has failed to implement the Council Framework Decision 2004/757/JHA and to integrate the same into the Greek legal system, even though this Framework Decision, which is the very EU instrument to combat illicit drug trafficking and to promote integration and harmonization of Criminal Law in twenty-seven Member States is in force since 25 October 2004 and Greece had the obligation to take the necessary steps to comply with its provisions by 12 May 2006. This amounts to direct violation of:

1. Article 29 of the Treaty on European Union (the article refers to the prevention of crime, organized, or otherwise, as a means of achieving the Union’s objective of providing citizens with a high level of safety within an area of freedom, security and fair justice);
2. Article 10 of the Treaty establishing the European Community (Member States shall take all appropriate measures, whether general or particular, to ensure fulfillment of the obligations arising out of this Treaty or resulting from action taken by the institutions of the Community. They shall facilitate the achievement of the Community’s tasks. They shall abstain from any measure which could jeopardize the attainment of the objectives of this Treaty);
3. Article 249 of the Treaty establishing the European Community (the decisions made by the Council shall be binding in its entirety upon those to whom it is addressed);
4. Articles 5 (right to liberty and security), 6 (right to a fair trial), 8 (right to respect for private and family life,) and 14 (prohibition of discrimination), of the European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms.

B. Council Framework Decision 2004/757/JHA is in force througout the EU, including Greece, since 25 October 2004. However, Greece has not integrated it in her legal system, albeit the deadline of 12 May 2006 has lapsed. Nevertheless, according to Article 28, paragraph 1, of the Greek Constitution, this Council Framework Decision is part of the Greek legislation and prevails of any other Greek Law in case of conflict. Hence, the Greek Judges are obliged to apply its provisions in their Court rulings. However, the Greek Judges seem to ignore, if not deny, their double role as both domestic and EU Judges. In this spirit they also seem to ignore, if not deny, their obligation to apply the provisions of the Council Framework Decision 2004/757/JHA, even if these provisions are in conflict with existing domestic legislation. This amounts to total disregard and/or direct violation of:

1. All the Articles referred to in bullets 1), 2), 3) and 4) under section A (see above);
2. European Court of Justice, case C-105/03 (Tribunale Di Firenze vs. Maria Pupino);
3. European Court of Justice (ECJ) case 106/77 (the principle of precedence of Community Law and the directly applicable measures of the EU institutions implies that that those provisions and measures render automatically inapplicable any conflicting provisions of national Law and even preclude the valid adoption of new national legislative measures to the extent to which they would be incompatible with community provisions);
4. European Court of Justice, case 33/76 (Rewe);
5. European Court of Justice, case 6/64 (Costa vs ENEL);
6. European Court of Justice, cases 28-30/62 (Da Costa).

C. The huge publicity in Greek and international media with innumerable reports about the scandal of the corrupt Judges, as per above, and the extensive enquiry of the Supreme Court to discover groups of corrupt Judges, gave rise to thousands of unfair trials (attachment 3). Many a defendant had to face mere allegations on illicit drug trafficking and drug use, and was judged by hostile Judges, who were filled with prejudice, bias and fear that a lenient judgment could cause their dismissal. In other words, the scandal and the punishment of the corrupt Judges, which has not yet ended, has also influenced honest Judges and resulted in more bias, arbitrariness and disregard for Human Rights.

Ultimately, the side effect was to reduce public confidence in the Judiciary. This means that the media have influenced the Judges so that their Court rulings became far too severe, particularly for drug trafficking and drug use. Judges have sentenced people, even to life imprisonment, mostly without real evidence, but only with police allegations, just to prove that they are not corrupt Judges, in direct violation of:

1. The provisions of Council Framework Decision 2004/757/JHA;
2. Articles 5 (right to liberty and security), 6 (right to a fair trial), 8 (right to respect for private and family life,) and 14 (prohibition of discrimination), of the European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms;
3. The basic tenets of Law, which are the very cornerstones of European civilization, for example, the principle in dubio pro reo (presumption of innocence), the principle audiatur et altera pars, the principle of proportionality or the principle of equality of weapons.

D. Greek Judges discriminate against defendants for drug-related offenses and particularly drug users, sentencing them sweepingly as if they were all Latin America cartel-styled drug dealers, even though the reality and the truth could not be more different. (Given the marked preference of Greek Law Enforcement and the Judiciary for “small” rather than “big fish”, it is often the victims of transnational organised criminals that are sentenced, and not the real criminals themselves). Above all, the Appellate Court Judges always see drug addicts and users as pottential drug dealers, and instead of transfering them to hospitals to be treated, they uncritically take police allegations for granted, often without evidence that can stand trial.

It is as if a special category of people had to be eliminated, because they are believed to be a serious menace to society; this reminds us of the dark ages, when witches were burn alive, because they were thought to be evil. That is the scale of Judges’ disregard for the defendants’ Human Rights; defendants for drug-related offenses are considered as second class citizens and ipso jure evil.

There are hundreds of cases of condemned defendants for drug-related offenses on the basis of identical police allegations, such as: «when the defendant was under surveilance, he had met, with unknown intentions, unknown people, who were suspected for drug use». Police would hardly present any real evidence, for example, any chemical identification of illicit substances, or concrete and measured quantity of (seized?) drugs, that presumably changed hands. This methodology to sentence on the bases of police allegations only, which are accepted by the Greek Judges without corroborating evidence, obviously amounts to serious abuse of the defendants’ Human Rights, in particular, their right to a fair trial.

Another aspect of discrimination against defendants for drug-related offenses is the fact that, according to the Greek Law and established practices, any person sent to prison serves 3/5 of the sentence and always receives parole before completing his/her sentence. However, prisoners sentenced for drug-related offenses have to serve 4/5 of their sentence and they never receive parole.

All the above are in direct violation of:

1. Articles 5 (right to liberty and security), 6 (right to a fair trial), 8 (right to respect for private and family life,) of the European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms;
2. Articles 7 (nullum crimen nulla poena sine lege - no punishment without law) and14 (freedom from discrimination), of the Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms.

E. The cruel, inhuman and degrating treatment for prisoners in Greek prisons due to overcrowding and harsh conditions is a well-known fact. In August 2007, the Ministry of Justice reported that the total prison population was 10,772, while the official capacity of the prison system was 6,019. The proof to the harsh conditions in prisons is the fact that 377 people died in Greek prisons, in the past ten years. In 2007 died 52 prisoners (attachment 4 and 6). This amounts to direct violations of:

1. Articles 5 (right to liberty and security), 8 (right to respect for private and family life,) of the European Convention for the Protection of Human Rights and Fundamental Freedoms;
2. In the cases of death of prisoners, article 2 (right to life) of the same Convention.

All allegations and findings can be substantiated by real facts, official documents, testimonies, appellate Court decisions, studies and legal opinions of Athens Bar Association prominent lawyers.
____________________________________________________________
IV. REQUEST FOR URGENT PROTECTIVE MEASURES TO AVERT "IRREPARABLE HARM"
Protective orders and/or temporary injunctions are warranted when an individuals’ liberty or her or his life is at risk; in particular, such measures are justified where the protection of a citizen’s Human Rights and fundamental freedoms is at stake.

In determining the meaning of “irreparable harm”, the European Parliament should take into consideration not only its previous decisions on precautionary measures, but also the jurisprudence of the European Court of Justice (ECJ) and the European Court of Human Rights (ECHR) on ordering provisional measures.

In the case at hands, protective measures should be warranted because we, the detainees, face a serious threat to our physical, psychological and moral integrity.

When seeking protective orders, there is usually a need to identify individually the people who are in danger of suffering irreparable harm. However, this does not always have to be the case. In this particular case, it is not required that each individual detainee be identified since we form part of organized communities (prisons), located in determined geographical places, whose members could be identified and individualized and who, due to our membership in such community (prison), face a similar risk of suffering acts of aggression against our personal integrity and lives.

Thus, the community of prisoners, serving sentences for drug-related offenses, can be dealt with collectively. In the present case, all the detainees are located in determined geographical places and, by virtue of our detention, the Greek Judiciary knows our identities. In addition, we are all in a situation of similar risk of continued injury, as a consequence of continued violation of our fundamental rights. Protective orders may, therefore, be issued for us, taken as a group.

This is a matter of exceptional gravity, considering Greece’s (hitherto) impunity and the refusal of the Greek Ministry of Justice to embed the following EU standards, objectives and best practices into the national judicial system:

1. The pronounced EU objective to establish common principles regarding the enforcement of custodial sentences, in the interest of enhanced international judicial co-operation;
2. The best practice of conditional release as one of the most effective and constructive means of preventing recidivism and promoting rehabilitation, provided that the prisoner receives planned, assisted and supervised reintegration into the community;
3. The often reiterated findings of relevant research that detention often has adverse effects and fails to rehabilitate offenders;
4. The consideration that financial cost of imprisonment places a severe burden on society;
5. The desirability to reduce the length of prison sentences as much as possible and that conditional release before the full sentence has been served is an important means to that end.
Also, Greece has failed to implement into her legal system the following Council resolutions on prisoners:
1. Resolution (76)10, on certain alternative penal measures to imprisonment;
2. Resolution (76)2, on the treatment of long-term prisoners.
Additionally, Greece has failed to enforce all the provisions of the following Council of Europe recommendations on prisoners:
1. Rec(2006)2, on the European Prison Rules;
2. Rec(2003)22, on conditional release (parole);
3. Rec(2000)22, on improving the implementation of the European Rules on community sanctions and measures;
4. Rec No. R(99)22, concerning prison overcrowding and prison population inflation;
5. Rec No. R(92)17, concerning consistency in sentencing;
6. Rec No. R(89)12 on education in prison.

_____________________________________________________________________
IV. THE EUROPEAN PARLIAMENT IS REQUESTED TO INITIATE ACTION TO ASSIST ALL INHABITANTS OF GREEK PRISONS
We, as citizens of the EU, respectfully seek the European Parliament’s intervention.

We are kindly asking you to take the necessary steps with a view toward achieving a better protection of our rights in Greece, a better protection of our personal integrity, security of person and our right to a fair trial. We demand from Greece to respect the values on which the EU was founded, as outlined in Article 1-2 of the Treaty of Lisbon, namely: human dignity, freedom, democracy, equality, the Rule of Law and respect for Human Rights, including the rights of persons belonging to minorities.

In particular, we request the European Parliament:

1. To activate the procedure of Article 226 of the Treaty on the Functioning of the EU against Member State Greece for infringement of EU Law, by failing to implement:
· The Council Framework decision 2004/757/JHA, which lays down the provisions for maximal penalties for drug-related offenses and constitutes the EU strategy for the integration and harmonization of Criminal Law for the period 2005-2012; it is noted that under Article 249 of the Treaty establishing the European Community (EC Treaty), this Council Framework Decision is binding for all Member States;
· The Council resolution (73)5, on the standard minimum rules for the treatment of prisoners;
· The Council resolution (76)2, on the treatment of long-term prisoners;
· The Council resolution (76)10, on alternative punitive measures other than imprisonment (community service).

2. To intervene immediately and take the necessary steps for the introduction of protective measures in order to avert irreparable harm to all detainees in Greek prisons, and the immediate enforcement of:
· The European Parliament, the Council and the Commission common decision 2007/C 303/01, on the Charter of Fundamental Rights of the EU;
· The Council’s recommendations:
· Rec(2006)2,on the European prisons,
· Rec(2003)22, on conditional release (parole)
· Rec R(2000)22, on improving the implementation of the European rules on community sanctions and measures, and
· Rec R(99)22, on prison overcrowding and prison population inflation,
· Rec No. R(92)17, concerning consistency in sentencing;
· Rec No. R(89)12 on education in prison;
· The UN General Assembly decision A/RES/45/111, concerning the standard minimum rules for the treatment of prisoners.

3. To stop Greece’s impunity for continuously abusing the Human Rights and fundamental freedoms of all persons detained in Greek prisons, in violation of the decision 2007/C 303/01;
4. To request the EU Network of Independent Experts on Fundamental Rights, which has been set up by the European Commission, to monitor the situation of fundamental rights in the prisons of Greece, on the basis of the Charter of Fundamental Rights and the International Human Rights Law;
5. To bring this matter before the European Court of Justice (ECJ) and take any necessary action to seek and achieve Greek compliance with applicable European Law, under article 288 of the EC Treaty, and satisfactory remedy for each prisoner in Greece, who has been judged by the Greek Courts in violation of the Council Framework decision 2004/757/JHA;
6. Finally, we request the European Union to indemnify all detainees of the Greek prisons, for damages to them and to their families caused by the Member State of Greece, due to all above violations of the Law.
Respectfully submitted and signed by 700 prisoners, via powers of attorney, which are attached.
Athens, the same date as above

Signature of authorised proxy:


Attachments:
1. U.S. Department of State report, describing Human Rights malpractices and abuses in Greece for 2007.
2. Former Greek Minister of Justice statements about corrupt judges.
3. Newspaper articles on the corrupt judges.
4. Newspaper article for prisoners’ deaths in Greek prisons.
5. Various local newspaper articles on prisoners’ hunger strike in Greek prisons.
6. Typical letter, in Greek, from a detainee in Trikala prison describing the cruel, inhuman and degrading treatment for prisoners, due to overcrowding and harsh conditions.
7. List with the names of Seven hundred (700) prisoners that provided powers of attorney.