Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2008



ΦΩΣ ΣΤΗ ΜΗΧΑΝΗ ΤΗΣ ΑΔΙΚΙΑΣ

Η σύγχυση και η αργοπορία της Πολιτείας για την εφαρμογή της απόφασης 2004/757/ΔΕΥ (2004/757/JHA) του Συμβουλίου της Ευρώπης, αντιβαίνει τη νέα ποινική και αντεγκληματική πολιτική της ΕΕ και παραβιάζει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του ανθρώπου.

Η ΕΝΩΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ για τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ του ΑΝΘΡΩΠΟΥ, στην προσπάθειά της για την προάσπιση, διαφύλαξη και προαγωγή των αναγνωρισμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών του ανθρώπου και για να ρίξει φως στη μηχανή της αδικίας κατά των κατηγορουμένων και κρατουμένων για ναρκωτικά στη χώρα μας, θεωρεί υποχρέωση και καθήκον της, για να υπάρχει δημοκρατία, να υψώσει τη φωνή της και να κάνει γνωστό στην Κοινωνία την άρνηση της εφαρμογής των Κανόνων Δικαίου, καθώς επίσης και την αδράνεια και τις παραλείψεις των αρμοδίων, που βλάπτουν τον πολίτη όταν δεν εφαρμόζουν τα νέα μέτρα ποινικής και αντεγκληματικής πολιτικής που έχει θεσπίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, για την εναρμόνιση του ποινικού δικαίου των κρατών μελών της.

Απευθυνόμαστε προς τους αξιότιμους: κ. Πρωθυπουργό, κ. Υπουργό Δικαιοσύνης, κ. πρόεδρο του Αρείου Πάγου, κ. εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, και στην ίδια την ελληνική Κοινωνία, με αφορμή την αδιαφορία, αργοπορία, τη λανθασμένη ερμηνεία και τη μη άμεση εφαρμογή από τους αρμοδίους, σε βάρος των κατηγορούμενων και κρατουμένων, της Απόφασης-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ, (2004/757/JHA) του Συμβουλίου της Ευρώπης, της 25ης Οκτωβρίου 2004. Αυτή η απόφαση στο χώρο της Ελευθερίας Ασφάλειας και Δικαιοσύνης της ΕΕ αποτελεί πλέον ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία, είναι μέρος του τρίτου πυλώνα της ΕΕ, σύμφωνα με την συνθήκη του Maastricht και δεσμεύει τα κράτη μέλη για την εφαρμογή του. Η απόφαση θεσπίζει ελάχιστους κανόνες (σύμφωνα με το άρθρο 31, στοιχείο ε) της Συνθήκης για την ΕΕ) για τα κράτη μέλη, σχετικά με τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων και πολύ ηπιότερες ποινές, για τα ελληνικά δεδομένα, που καθόρισε η ΕΕ, στον τομέα της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών. Η καταληκτική ημερομηνία για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων, από τα κράτη μέλη προς συμμόρφωση με τις διατάξεις της απόφασης, ήταν η 12η Μαΐου 2006. Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, και ιδιαίτερα τα κράτη μέλη της συμφωνίας Σένγκεν, συμμορφώθηκαν με αυτή την απόφαση, εκτός της χώρας μας.

Η προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΔτΑ) αποτελεί το θεμέλιο κάθε σύγχρονης δημοκρατίας. Αυτό διακηρύσσεται πανηγυρικά και στο ελληνικό Σύνταγμα (όπως και στα συντάγματα όλων των κρατών μελών της ΕΕ), αφού στο άρθρο 2, παράγραφος 1 το Σύνταγμά μας εξαγγέλλει ότι: «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας». Μέσω αυτών των Δικαιωμάτων πραγματώνεται η «αξία» του Ανθρώπου και εξασφαλίζεται στον καθένα η «ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του», όπως διακηρύσσεται στο άρθρο 5, παράγραφο 1 του Συντάγματός μας.

Στην ΕΕ το βασικότερο διεθνές κείμενο για την προστασία των ΔτΑ είναι η «Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών» (ΕΣΔΑ), η οποία ισχύει σε όλα τα κράτη μέλη της. Η διεθνής αυτή Σύμβαση προστατεύει κάθε Άνθρωπο και όχι μόνο τους πολίτες της ΕΕ. Στα πλαίσια του Συμβουλίου της Ευρώπης, η προστασία των ΔτΑ ανήκει στο «Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» (ΕΔΔΑ). Οι Διεθνείς Συμβάσεις για τα ΔτΑ, όπως η ΕΣΔΑ, μετά την κύρωσή τους από την ελληνική Βουλή, ισχύουν, σύμφωνα με το άρθρο 28, παράγραφο 1 του Συντάγματός μας, ως εσωτερικό δίκαιο και μάλιστα «αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου». Επομένως, καθένας μπορεί να επικαλεστεί στα ελληνικά δικαστήρια την προστασία που του παρέχεται από την ΕΣΔΑ, πράγμα σημαντικό, ιδίως όταν οι διατάξεις της είναι ευνοϊκότερες από τις αντίστοιχες ελληνικές, οπότε και επικρατούν. Τα ελληνικά δικαστήρια οφείλουν να εφαρμόζουν την ΕΣΔΑ. Αν δεν το πράξουν, ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να ασκήσει προσφυγή κατά της Ελλάδας, σύμφωνα με το άρθρο 34 της ΕΣΔΑ, οπότε το Δικαστήριο του Στρασβούργου ελέγχει τις αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων.

Από τη δεκαετία του 90 η ΕΕ έχει αντιδράσει με την ανάπτυξη στρατηγικών για τα ναρκωτικά και σχέδια δράσης που καλύπτει την περίοδο 2005-2012.
Η στρατηγική της ΕΕ, όπως τελικά διαμορφώθηκε, περιλαμβάνει μια σειρά μέτρων στόχος των οποίων είναι να ανακόψουν τον ρυθμό της ζήτησης ναρκωτικών, να βελτιώσουν τη θεραπεία των τοξικομανών, να μειώσουν τη διαθεσιμότητα των παράνομων ναρκωτικών, να εναρμονίσουν τις πολιτικές των κρατών μελών, καθορίζοντας μέγιστες ποινές (απόφαση 2004/757/ΔΕΥ) και να ενδυναμώσουν τη συνοχή των κρατών μελών, στον τομέα της πολιτικής τους για τη δίωξη της διακίνησης ναρκωτικών. Η στρατηγική αυτή αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα του προγράμματος της Χάγης για την ενίσχυση της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης στην ΕΕ.

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή Υπουργών της ΕΕ, με τη Σύσταση Νο. R (96) 8 (υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών, στις 5 Σεπτεμβρίου 1990 κατά την 572η συνάντηση των Εκπροσώπων των Υπουργών), λαμβάνοντας υπόψη ότι σκοπός του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι η επίτευξη μεγαλύτερης ενότητας μεταξύ των κρατών μελών και ότι η επιτυχία της εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εναρμόνιση των μέτρων προς μία συντονισμένη και συνεπή Ευρωπαϊκή αντεγκληματική πολιτική, καθόρισε τους κανόνες και τα μέτρα της κοινής αντεγκληματικής πολιτικής για τα κράτη μέλη.

Επίσης, η Επιτροπή Υπουργών της ΕΕ, με τη Σύσταση Νο. R (99) 22 (υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών, στις 30 Σεπτεμβρίου 1999 κατά την 681η συνάντηση των Εκπροσώπων των Υπουργών), εκτιμώντας ότι ο υπερκορεσμός των φυλακών και η αύξηση του πληθυσμού των φυλακών αποτελούν μέγιστη πρόκληση για το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, από την άποψη των ΔτΑ, έκρινε απαραίτητο ότι τα μέτρα που στοχεύουν στην καταπολέμηση μείωση της έκτασης του πληθυσμού των φυλακών είναι αναγκαίο να ενσωματωθούν σε μια συνεπή κα λογική αντεγκληματική πολιτική, κατευθυνόμενη στην πρόληψη του εγκλήματος, στην ασφάλεια και προστασία του κοινού στην εξατομίκευση των κυρώσεων και μέτρων, στην αποεγκληματοποίηση ορισμένων τύπων εγκλημάτων, ή να τα αναταξινομήσουν έτσι ώστε να μην επισύρουν ποινές που συνεπάγονται στέρηση της ελευθερίας.

Επίσης, η Επιτροπή Υπουργών της ΕΕ, με τη Σύσταση Rec (2003) 22 (υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Υπουργών, στις 24 Σεπτεμβρίου 2003 κατά την 853η συνάντηση των Εκπροσώπων των Υπουργών), υιοθέτησε την υπό όρους απόλυση (απόλυση επί λόγω τιμής), αναγνωρίζοντας ότι η απόλυση υπό όρους είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά και εποικοδομητικά μέσα για την πρόληψη της υποτροπής στο έγκλημα και την προαγωγή της αποκατάστασης, που θα προσφέρει στον κρατούμενο μια σχεδιασμένη, υπό βοήθεια και επίβλεψη επανένταξη στη κοινωνία.

Η Απόφαση-Πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ καθορίζει τα συστατικά χαρακτηριστικά των εγκληματικών πράξεων για τη διακίνηση ναρκωτικών και επιβάλει την υποχρέωση στα κράτη μέλη της ΕΕ να καθορίσουν στην εθνική νομοθεσία τους, για αυτές τις εγκληματικές πράξεις, μία μέγιστη ποινή, κυμαινόμενη σε ελάχιστο και μέγιστο όριο. Συγκεκριμένα, η απόφαση καθορίζει ελάχιστη ποινή 5 και μέγιστη 10 έτη για διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών, ενώ για άλλες ποσότητες καθορίζει ελάχιστη ποινή 1 και μέγιστη 3 έτη. Την απόπειρα διακίνησης ναρκωτικών δεν τη χαρακτηρίζει αξιόποινη. Επίσης καθορίζει τις εξής ελαφρυντικές περιστάσεις, όταν ο δράστης του εγκλήματος: α) θέσει τέρμα στις εγκληματικές δραστηριότητες του, π.χ. όπως καθορίζεται από τη Σύσταση Rec (2003) 22, ή β) παρέχει πληροφορίες στις αρχές. Ο χαρακτηρισμός του ιδιαίτερα επικίνδυνου, για τα ναρκωτικά, ο συνήθης θανατηφόρος χαρακτηρισμός, της μηχανής της αδικίας για να καταδικάζει άτυχους πολίτες, δεν υπάρχει στην απόφαση ορόσημο της ΕΕ.

Η υποχρέωση εφαρμογής της παραπάνω απόφασης για τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης και της χώρας μας, προκύπτει από το άρθρο 10 της «Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας» από την οποία απορρέουν οι υποχρεώσεις των μελών κρατών καθώς επίσης και η εντολή να μην θέσουν σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σκοπών της συνθήκης. Επίσης είναι μεγαλύτερη η υποχρέωση, για τα κράτη μέλη της συμφωνίας Σένγκεν, να εναρμονίσουν την ποινική και αντεγκληματική πολιτική τους διότι είναι αδιανόητο π.χ. ο Πορτογάλος στη χώρα του για κατοχή μικρής ποσότητας ναρκωτικών να διαπράττει διοικητική παράβαση και να του γίνεται μόνο σύσταση από τις Αρχές, ή να πληρώνει πρόστιμο μερικά Ευρώ, αλλά εάν τυχόν συλληφθεί στην Ελλάδα, με την ίδια ποσότητα να θεωρείται ότι διέπραξε κακούργημα και να αντιμετωπίζει ποινή κάθειρξης πολλών ετών και ίσως και ισόβια.

Στο πλαίσιο μιας νέας στρατηγικής για την ολοκλήρωση και εναρμόνιση της νομοθεσίας των κρατών μελών και μια ενιαία Ευρωπαϊκή προσέγγιση καταπολέμησης των ναρκωτικών σε ολόκληρη την ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρώπης με την απόφαση 1150/2007/ΕΚ στις 25.09.2007 θέσπισε, για τη περίοδο 2007-2013, το ειδικό πρόγραμμα «Πρόληψη των ναρκωτικών και σχετική ενημέρωση» στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη» και υιοθέτησε μια νέα ποινική και αντεγκληματική πολιτική.

Η ΕΕ, με τη στρατηγική της για τον περιορισμό της διακίνησης ναρκωτικών, καλεί τα κράτη μέλη να εναρμονίσουν το ποινικό τους δίκαιο με μέγιστες ποινές ακολουθώντας τα σύγχρονα προγράμματα ποινικής και αντεγκληματικής πολιτικής των Δυτικών χωρών, τις τελευταίας δεκαετίας, και να καθορίσουν την πρόληψη και την μείωση της χρήσης ναρκωτικών ως τη βασική αρχή στη ποινική και αντεγκληματική τους πολιτική και όχι την αυστηροποίηση και την μηδενική ανοχή των ποινών στο κατασταλτικό σύστημα τους. Σημειώνεται ότι οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεσμεύουν άμεσα τα κράτη μέλη και παράγουν άμεσα έννομα αποτελέσματα για τους πολίτες της ΕΕ.

Αρχικά, η Επιτροπή με την ανακοίνωσή της COM/2001/0301 προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σχετικά με την εφαρμογή του σχεδίου δράσης της ΕΕ για τα ναρκωτικά για τα έτη 2000-2004, είχε αποφασίσει να δοθεί υψηλότερη προτεραιότητα στην πρόληψη των ναρκωτικών, στη μείωση της ζήτησης και στη μείωση των αρνητικών αποτελεσμάτων από τη χρήση ναρκωτικών και επισήμανε την ανάγκη τακτικής συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών στη διαμόρφωση των πολιτικών της ΕΕ για τα ναρκωτικά. Επίσης, η Επιτροπή, με την ανακοίνωσή της COM/2004/707 τελικό, ανακοίνωσε στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τη τελική αξιολόγηση και του σχεδίου δράσης της ΕΕ για τα ναρκωτικά για τα έτη 2000-2004. Στη διαμόρφωση των τελικών προτάσεων είχε συμμετάσχει και η χώρα μας.

Στη συνέχεια το Συμβούλιο με την απόφαση 15074/04 της 22ας Νοεμβρίου 2004, διαμόρφωσε μια στρατηγική για τα έτη 2005-2012. Αυτή η στρατηγική στηρίχθηκε στην ανακοίνωσή της Επιτροπής COM/2004/707 τελικό, σε προηγούμενες αποφάσεις του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου, καθώς επίσης και στην απόφαση 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2004. Η στρατηγική κάλυψε το σύνολο των δραστηριοτήτων της ΕΕ, όσον αφορά τα ναρκωτικά και όρισε τους κύριους στόχους της ΕΕ. Οι στόχοι περιλάμβαναν την επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας, ευημερίας και κοινωνικής συνοχής μέσω της πρόληψης και της μείωσης της χρήσης ναρκωτικών, της εξάρτησης καθώς και των επιβλαβών συνεπειών των ναρκωτικών για την υγεία και τη κοινωνία. Δηλαδή η ΕΕ χάραξε μια κοινωνιοκεντρική αντεγκληματική πολιτική εφαρμόζοντας μέτρα που αφορούν την κοινωνική και τους τρόπους δράσης του κράτους πρόνοιας (κοινωνικές παροχές, μέτρα κατά της ανεργίας, περίθαλψη, ασφάλεια, κ.λ.π.) και εστράφη προς την αποποινικοποίηση. Για την ΕΕ το σύστημα που χρησιμοποιεί ποινικο-κατασταλτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της αύξησης της χρήσης ναρκωτικών (όπως η χώρα μας) είναι πλέον παρελθόν, όπως είναι παρελθόν και η ποινή της ισόβιας κάθειρξης.

Στη συνέχεια και σύμφωνα με τη στρατηγική της ΕΕ για τα έτη 2005-2012, το Συμβούλιο, με την απόφαση C 168 /08.07.2005 ενέκρινε το σχέδιο δράσης της ΕΕ για τα ναρκωτικά για τα έτη 2005-2008, βασισμένο και αυτό στην απόφαση 2004/757/ΔΕΥ. Δυστυχώς η μη εφαρμογή στη χώρα μας, του ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης 2005-2012 την εκθέτει διεθνώς, διότι ενώ το Υπουργείο Εξωτερικών αναφέρει με υπερηφάνεια στην ιστοσελίδα του ότι η Ελλάδα σέβεται τις διεθνείς της συμφωνίες, όπως το συγκεκριμένο σχέδιο αντεγκληματικής πολιτικής της ΕΕ, το Υπουργείο Δικαιοσύνης κωφεύει για την εφαρμογή του.

Με την απόφαση 1150/2007/ΕΚ της 25ης Σεπτεμβρίου 2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης εγκρίθηκε η θέσπιση, για την περίοδο 2007-2013, του ειδικού προγράμματος «Πρόληψη των ναρκωτικών και σχετική ενημέρωση» στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη». Αυτή η απόφαση υιοθέτησε και βασίστηκε στη στρατηγική της ΕΕ για τα έτη 2005-2012, που είχε εγκριθεί με την απόφαση 15074/04 του Συμβουλίου, καθώς επίσης υιοθέτησε και το σχέδιο δράσης της ΕΕ για την καταπολέμηση των ναρκωτικών για τα έτη 2005-2008, που είχε εγκριθεί από το Συμβούλιο με την απόφαση C 168 .

Τέλος, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τα ανωτέρω, η απόφαση 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου αποτελεί πλέον αδιαμφισβήτητο και αναπόσπαστο μέρος της απόφασης 1150/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ και αποτελεί τον πυρήνα της ποινικής και αντεγκληματικής πολιτικής της ΕΕ για την επόμενη δεκαετία.

Σήμερα, ο κατασταλτικός μηχανισμός της χώρας μας, για τη πάταξη της διακίνησης των ναρκωτικών, στηρίζεται σε ανελαστικές πολιτικές επιβολής του νόμου και της τάξης (law and order), χωρίς τη δυνατότητα μετατροπής της ποινής, τον οποίο διαδέχθηκε η πολιτική της μηδενικής ανοχής, ιδιαίτερα μετά την ισχυρή δόνηση που δέχθηκαν τα θεμέλια της ελληνικής Δικαιοσύνης, λόγω του λεγόμενου “παραδικαστικού”.

Οι παρενέργειες της κάθαρσης του “παραδικαστικού” είναι ορατές και τα σημάδια του φόβου που διακατέχει τους δικαστικούς λειτουργούς αποτυπώνονται στη μηδενική ανοχή τους με τις εκατοντάδες υπέρμετρα αυστηρές, άδικες και εξοντωτικές ποινές ισόβιας κάθειρξης. Δυστυχώς οι κατηγορούμενοι Έλληνες πολίτες «πληρώνουν» την εξυγίανση, αφού οι δικαστικοί λειτουργοί εξαντλούν την αυστηρότητά τους σε βάρος τους γιατί πιστεύουν ότι έτσι θα φανούν έντιμοι, με αποτέλεσμα να έχουν υπερφορτωθεί οι χωματερές ανθρώπων με εκατοντάδες ισοβίτες για ναρκωτικά.

Αλλά και οι πολιτικοί μας έχουν συνεισφέρει στις παρενέργειες του «παραδικαστικού», σε βάρος των άτυχων κατηγορουμένων, με το να διακηρύττουν, για καθαρά πολιτικούς λόγους, ότι η κάθαρση θα φθάσει μέχρι το κόκαλο, χωρίς να έχουν προβλέψει μέτρα προστασίας, για τους άτυχους κατηγορουμένους από την αντίδραση των «ανεξάρτητων» δικαστών. Ο τέως υπουργός της Δικαιοσύνης, κ. Αναστάσης Παπαληγούρας, στο πρόσφατο βιβλίο του, Πολιτεία Δικαίου, αναφέρει τα εξής:
«Έτσι, ήδη, έχουν υπερβεί τους 98 οι δικαστές που έχουν αποπεμφθεί από το Σώμα ή διώκονται ποινικά ή πειθαρχικά, ενώ η πρώτη καταδικαστική απόφαση για επίορκο δικαστή ήταν αμείλικτη - 25 χρόνια κάθειρξη. Η κάθαρση προχωρεί και δεν θα ολοκληρωθεί μέχρι να εξαλειφθεί και η τελευταία παραδικαστική σκιά, μέχρι να αποβληθεί και ο τελευταίος επίορκος δικαστής από τους κόλπους της ελληνικής Δικαιοσύνης».
Είναι πολύ άδικο, επειδή ορισμένοι δικαστές χρηματίστηκαν, καλυμμένοι πίσω από την «κουρτίνα της ανεξάρτητης αρχής», να την πληρώνει άδικα η ελληνική νεολαία και να γεμίζουν οι χωματερές ανθρώπων.

Το έτος 2006 σε σχετικό υπόμνημα, με αριθ. πρωτ. 15683/18.12.07, που υπέβαλαν οι κρατούμενοι της κλειστής φυλακής Πατρών προς το υπουργείο Δικαιοσύνης, το υπουργείο αναγνώρισε την ύπαρξη της απόφασης 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, δεν την απέρριψε και τους απάντησε ότι συνεστήθη ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την ενσωμάτωση της απόφασης στην εθνική νομοθεσία, οι εργασίες της οποίας βρίσκονται στο στάδιο της περαίωσης. Δυστυχώς το Υπουργείο Δικαιοσύνης όχι μόνο εκώφεύε, επί τέσσερα έτη για την ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της συγκεκριμένης απόφασης του Συμβουλίου, αγνοώντας όλους τους κατηγορούμενους και φυλακισμένους της χώρας, αλλά και στην απάντηση του Υπουργείου, με αριθ. Πρωτ. 38588/04.04.2007, προς το υπόμνημα των φυλακισμένων της κλειστής φυλακής Πατρών υπονοεί λανθασμένα ότι οι διατάξεις της συγκεκριμένης απόφασης του Συμβουλίου της Ευρώπης αφορούσαν τις ελάχιστες ποινές. Ενώ, όπως αναφέρεται στην απόφαση πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ, το Συμβούλιο βασίστηκε στο άρθρο 31, στοιχείο ε) της Συνθήκης για την ΕΕ, που αναφέρει την θέσπιση μέτρων για τον καθορισμό ελάχιστων κανόνων, και όχι ελάχιστων ποινών, όπως υπονοεί το Υπουργείο.

Στα πρόσφατα υπομνήματα προς τον υπουργό Δικαιοσύνης, με αριθ. πρωτ. 3545/14.07.08 και 4159/02.09.08, που υπέβαλαν οι κρατούμενοι όλων των φυλακών, ο υπουργός δεν απάντησε. Οι αρμόδιοι του υπουργείου διέρρευσαν κακόβουλα ότι δήθεν συστήθηκε νομοπαρασκευαστική επιτροπή που πρότεινε την τροποποίηση του ποινικού κώδικα, σύμφωνα με την απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης και βρίσκεται στο «συρτάρι του υπουργού». Προφανώς πρόκειται για υπεκφυγή, γιατί ακόμη δεν έχουμε εντοπίσει τους σοφούς που ασχολήθηκαν με το θέμα.

Επίσης, είναι πιθανόν το Υπουργείο να ενημερώνει λανθασμένα τους δικαστές για την εφαρμογή της συγκεκριμένης απόφασης, οι οποίοι αναγνωρίζοντας το δεσμευτικό χαρακτήρα που έχει αυτή η απόφαση του Συμβουλίου για τα κράτη μέλη, την συζητούν μεν χωρίς να την απορρίπτουν, αλλά αιτιολογούν λανθασμένα στις αποφάσεις του, ότι τα όρια των ποινών είναι τα ελάχιστα και όχι τα μέγιστα, όπως είναι η αλήθεια και συνεπώς συνεχίζουν με τη μηχανή της αδικίας και επιβάλουν ισόβιες καθείρξεις. Υπάρχουν συγκεκριμένες δικαστικές αποφάσεις, με ποινές ισόβιας κάθειρξης, που επιβεβαιώνουν αυτό το γεγονός, δηλαδή οι δικαστές από άγνοια της σωστής απόφασης του Συμβουλίου της Ευρώπης, ή λανθασμένης εντολής από το Υπουργείο, διαπράττουν το αδίκημα της παράβασης εξουσίας, διότι κρίνουν αυθαίρετα ότι οι ποινές που καθορίζονται από την απόφαση 2004/757/ΔΕΥ είναι οι ελάχιστες και όχι οι μέγιστες, όπως είναι το σωστό. Αυτές οι αποφάσεις είναι διαθέσιμες. Η Δικαιοσύνη που δεν συγχωρεί άγνοια νόμου στους πολίτες, θα συγχωρήσει τους δικαστές που αγνοούν και δεν εφαρμόζουν τις αποφάσεις της ΕΕ;


Επίσης, κωφεύουν και όλοι όσοι κερδίζουν χρήματα και διαβιώνουν σε βάρος των φυλακισμένων για ναρκωτικά και από την ελπίδα τους για αποφυλάκιση, συμμετέχοντας και αυτοί στη μηχανή της αδικίας, που με τις ενέργειές τους συντέλεσαν, ώστε με την αντεγκληματική πολιτική της μηδενικής ανοχής, να υπερφορτωθούν οι ελληνικές φυλακές και η χώρα μας να χτίζει συνεχώς φυλακές αντί για σχολεία και νοσοκομεία. Περισσότερο από το 50% των φυλακισμένων στη χώρα μας είναι εξ αιτίας των ναρκωτικών και αφού το 99% των αιτήσεων διακοπής ποινής απορρίπτονται, ο αριθμός συνεχώς αυξάνει. Από στατιστικά στοιχεία της ελληνικής Αστυνομίας για τα έτη 2000-2007, προκύπτει ότι κατηγορούνται περίπου 12.000 έλληνες κάθε χρόνο για διάφορες υποθέσεις ναρκωτικών. Ο τζίρος των χρημάτων, που πληρώνει ο κατηγορούμενος Έλληνας πολίτης, και οι οικογένειες των φυλακισμένων, για δίκες, αμοιβές, μίζες, εκδουλεύσεις, κ.λ.π. είναι αστρονομικός, και μάλιστα χωρίς αποδείξεις.

Δυστυχώς το υπουργείο Δικαιοσύνης κωφεύει στην εφαρμογή της απόφασης 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, αγνοώντας ότι:

α. Από το άρθρο 10 της «Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας» απορρέει η υποχρέωση των κρατών μελών για την άμεση εφαρμογή της συγκεκριμένης απόφασης στο εθνικό Δίκαιο.
β. Από το άρθρο 28, παρ. 1 του Συντάγματος, προκύπτει ότι η συγκεκριμένη απόφαση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Ελληνικού Δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη εθνική διάταξη νόμου.
(Το άρθρο 28 αποτελεί θεμέλιο για τη συμμετοχή της χώρας στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης).
γ. Οι διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του ανθρώπου (ΕΣΔΑ) μετά την κύρωση από τη χώρα μας, αποτελούν εσωτερικό Δίκαιο.
δ. Οι διεθνείς συμβάσεις υπερισχύουν, όταν έχουν διαφορετικές ρυθμίσεις, έναντι των νόμων του εσωτερικού Δικαίου (ΑΠ 1603/91, ΕλΔ 34/332. ολ. ΣτΕ 1930/89, ΕλΔ 40/892).
ε. Κατά πάγια νομολογία των Δικαστηρίων της ΕΕ , ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να επικαλεστεί διατάξεις, πρακτικές, ή καταστάσεις της εσωτερικής έννομης τάξης προκειμένου να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων και των προθεσμιών που προβλέπει μια οδηγία (απόφαση C-323/97).

Η Ένωση Πολιτών, προσέφυγε ήδη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη μη εφαρμογή της απόφασης2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου στη χώρα μας και ζητεί να αποζημιωθούν όλοι οι κρατούμενοι και οι οικογένειές τους για το κακό που έχουν υποστεί από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές. Στη προσπάθειά μας να συλλέξουμε περισσότερα στοιχεία καλούμε όλους όσους αδικήθηκαν από τη μηχανή της αδικίας, είναι κρατούμενοι και δεν δικάστηκαν σύμφωνα με την απόφαση 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου της Ευρώπης, που ισχύει από 25.10.04, να μας ενημερώσουν στο
Tηλέφωνο 6976835645, ή στο e-mail: ctzleague@gmail.com

Η πορεία μας και χρήσιμα στοιχεία θα ανακοινώνονται στην ιστοσελίδα μας: http://ctzleague.blogspot.com/

ΕΝΩΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ για τα
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ του ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια: